Sunday, December 13, 2020

Η μαύρη αγορά των φόρων


Share/Bookmark

Το κράτος μεταθέτει πάλι τον φορολογικό κυκεώνα της ψηφιακής μετάβασης, τα pos, τα ηλεκτρονικά βιβλία κλπ στους πολίτες, στις παραγωγικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Τους ίδιους και τους λογιστές, που πληρώνονται τελικά από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Κάθε φορολογικό σύστημα και κάθε φόρος χωριστά έχει δύο κόστη στην οικονομία, που αθροίζουν σε ένα:



α. το κόστος για το κράτος, ελέγχων και διαχείρισης και
β. το κόστος συμμόρφωσης με ασφάλεια, για τον φορολογούμενο.

Το (α) αφαιρείται από τα καθαρά έσοδα του κράτους που πηγαίνουν σε χρήσιμες δημόσιες δαπάνες.

Το (β) αφαιρείται από τα έσοδα του φορολογούμενου, και δεν μπορεί να το επενδύσει στην παραγωγή, στη ζωή ή στην επιχείρησή του.

Συνολικά, το κόστος φορολογικής διοίκησης και συμμόρφωσης είναι το γ = α + β.

Όσο μεγαλύτερο είναι το (γ) τόσο χειρότερο για όλους.

Είναι ένα μη παραγωγικό κόστος στην πραγματική οικονομία. Μειώνει ισόποσα το παραγωγικό ΑΕΠ. Τον πλούτο όλων.

Είναι φανερό πως όσο μικρότερο είναι το συνολικό κόστος φορολογικής διοίκησης και συμμόρφωσης, όχι αναγκαστικά οι ίδιοι οι φόροι, τόσο πλουσιότερη, ασφαλέστερη και ανταγωνιστικότερη η οικονομία.

Το κράτος, επειδή νομίζει πως άμεσα επιβαρύνεται μόνο από το (α), το κόστος διαχείρισης της είσπραξης και ελέγχων, ελάχιστα ενδιαφέρεται για το τεράστιο (β), ώστε να το λάβει υπόψη στις αποφάσεις του.

Στην πραγματικότητα, το (β) επιβαρύνει ΚΑΙ το κράτος, γιατί οι επιχειρήσεις δεν αναπτύσσονται, οι φορολογούμενοι, πολίτες και επιχειρήσεις ή φεύγουν από τη χώρα με υψηλό (β) ή επιχειρούν να φοροαποφύγουν για να το αποσβέσουν και να επιβιώσουν.

Οπότε μικραίνει η φορολογική βάση. Και γίνονται αντικειμενικά όλοι φτωχότεροι, και οι πολίτες και οι επιχειρήσεις και το κράτος τους. Θησαυρίζουν μόνο οι διεφθαρμένοι. Όπως σε κάθε μαύρη αγορά .

Το ίδιο το κράτος επιχορηγεί με πολλούς τρόπους τις επιχειρήσεις, για να αναπτυχθούν υποτίθεται.

Δεν χρειάζεται. Αντί όλων αυτών των επιχορηγήσεων, θα αρκούσε αρχικά μια στον εαυτό του, ώστε να αναλάβει πλήρως το κόστος φορολογικής συμμόρφωσης των επιχειρήσεων. Και αν μείνουν χρήματα, βλέπουμε για τις άλλες .

Δηλαδή, να αναλάβει πλήρως όχι μόνο το κόστος είσπραξης και ελέγχου αλλά και αυτό τήρησης του νόμου από κάθε πολίτη ή επιχείρηση. Να εκπίπτει από τον φόρο του (όχι από τις δαπάνες, αλλά από τον φόρο) κάθε δαπάνη λογιστικής φύσεως προς πιστοποιημένους από το κράτος λογιστές ή να παρέχει το ίδιο για όποιον το επιθυμεί τις υπηρεσίες αυτές. Τήρηση βιβλίων, εγκατάσταση pos, δηλώσεις, τα πάντα.

Με αντάλλαγμα, βέβαια, ότι σε αυτή την περίπτωση οι επιχειρήσεις και πολίτες που κάνουν χρήση αυτής της παροχής δεν θα έχουν καμία απολύτως ευθύνη φορολογικής συμμόρφωσης και δεν θα είναι υποκείμενοι ελέγχου. Ο έλεγχος θα βαρύνει μόνο τους λογιστές, δημόσιους ή ιδιωτικούς, όπως και οι κυρώσεις του.

Οι πολίτες και επιχειρήσεις θα μπορούν μόνον να ελεγχθούν για το αν κόβουν αποδείξεις ή αν έχουν άτυπα έσοδα πάνω από ένα ελάχιστο ποσό 5-6 χιλιάδων ευρώ τον χρόνο, από οποιαδήποτε πηγή, που θα θεωρείται μη φορολογικού ενδιαφέροντος ως ελάχιστο εισόδημα και δεν θα έχει καμία φορολογική επιβάρυνση ή υποχρέωση δήλωσης.

Μόνον έτσι θα δημιουργηθεί ουσιαστικό κίνητρο απλοποίησης των φορολογικών νόμων προς το κράτος, αφού αυτό θα το πληρώνει. Και θα σταματήσει το αντικίνητρο, φόβος και ανασφάλεια για τους πολίτες να εργάζονται και να παράγουν. Και τελικά θα αυξηθεί και ο πλούτος και τα φορολογικά έσοδα.

Θα έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και δεν θα φορτώνονται το κόστος της αντιφατικής πολυνομίας, ιδιαίτερα μάλιστα οι μικρότερες επιχειρήσεις και οι μεσαίοι και φτωχότεροι πολίτες. Για τους οποίους το κόστος της φορολογικής συμμόρφωσης αποτελεί τεράστιο πολλές φορές ποσοστό του εισοδήματός τους και η διαρκής απειλή κυρώσεων τους αποτρέπει από τη δουλειά, τις συναλλαγές ή την επένδυση.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


No comments:

Post a Comment