Tuesday, June 25, 2013

Η γενιά του 60% και η σπηλιά του Πλάτωνα


Share/Bookmark
Το 60% έφτασε η ανεργία στους νέους 18-24 ετών. H γενιά του 60% πληρώνει και θα συνεχίσει να πληρώνει τα δανεικά όνειρα που κατανάλωσαν οι γονείς και οι παππούδες τους. Με ανασφάλεια, ανεργία, φτηνή κι απλήρωτη εργασία, απελπισμένους ορίζοντες. Τα μεταλλάσσει σε φόβο, σε οργή και, για την ώρα, σε κάποιας μορφής μελαγχολική ανοχή ή ακόμη σε μια προσωπική φυγή. 
Πολλοί τούς φαντάζονται έτοιμους να διαδεχθούν τους γονείς τους, δεμένοι κι αυτοί στα δεσμά της σπηλιάς του Πλάτωνα μπρος από την αρχαία οθόνη όπου σχηματίζονται οι σκιές που εκλαμβάνουν ως πραγματικότητα. Δεμένοι με τα μάτια ανοιχτά, όπως αιώνες μετά ο Alex (Malcolm McDowell) στο Κουρδιστό Πορτοκάλι του Στάνλεϋ Κιούμπρικ, οφείλουν να υπομείνουν βιαίως έναν μονόχρωμο κόσμο, στις αποχρώσεις του γκρίζου, μακριά από το λαμπερό φως του ήλιου, την πολυχρωμία, τις αντιφάσεις του και τις προκλήσεις του που θρέφουν τον νου και παράγουν πλούτο. Ένα είδος ψυχικού μεσαίωνα, που αρνείται πεισματικά να αντιμετωπίσει τη βάσανο της αμφισβήτησης μέσω της πρόκλησης και του ανοιχτού και χωρίς προκαταλήψεις διαλόγου. Ενός κοτζαμπάσικου μεσαίωνα, ο οποίος επιβιώνει κρυμμένος σε ένα μέρος της ψυχής μας κάτω από τα σεντόνια της σύγχρονης εποχής στην κληρονομική οικογενειακή δημοκρατία μας.
Η γενιά αυτή πρώτα υπέστη το ελληνικό σχολείο και, κυρίως, το ελληνικό φροντιστήριο και το οικογενειακό «διάβασμα». Ταυτόχρονα μπούκωσε με την ελληνική τηλεόραση, τους λογής λογής τηλεαστέρες και τα δημόσια πρόσωπα της μιας ημέρας,  «τους ανθρώπους του ενός βιβλίου», όπως έλεγε ο ιερός  Αυγουστίνος. Εν συνεχεία, μεγάλο μέρος της ψυχαναγκάστηκε, ήθελε δεν ήθελε, να τελειώσει το ελληνικό Πανεπιστήμιο ή κάποιο απίθανο ΤΕΙ εξαρτώμενη από τα χρήματα της οικογένειας, όπου αυτά υπήρχαν και ήθελε να τα διαθέσει. Τέλος, εγκαταστάθηκε και ξέμεινε στο σπίτι των γονιών στα 25, όχι μόνο γιατί δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, αλλά γιατί και όταν υπάρχει, σίγουρα πιο τολμηρή και πιο επίπονη, δεν θα της επιτρεπόταν να τη διαλέξει. Από το περίσσευμα ασφυκτικής αγάπης προσφέρονταν σπίτι, αμάξι, πλυμένα ρούχα, μαγειρεμένο φαγητό αντί για ελευθερία και ευθύνη. Έλειψε η αναγκαία σπρωξιά για ένα πραγματικό και πνευματικό ταξίδι στον κόσμο.
Πόσα άραγε νέα ελληνόπουλα δοκιμάζουν να κάνουν ένα ταξίδι με το interRail (το εισιτήριο απεριορίστων διαδρομών των Ευρωπαϊκών και όχι μόνο σιδηροδρόμων) στα 17, στα 18 στα 20;  Να κοιμηθούν σε youth hostels, σε camping, σε σπίτια φίλων, να δοκιμάσουν το απρόβλεπτο, να προκαλέσουν τη ζωή; Χωρίς πολλές ανέσεις, με μετρημένα χρήματα αλλά με τη ζεστασιά της νεότητας, την ομορφιά της περιπέτειας και της ανακάλυψης που χαρίζει το ταξίδι και οι γνωριμίες με άλλους νέους, άλλους ανθρώπους στην Ευρώπη, στον κόσμο;  Ακόμη και την απλή κατασκήνωση σε μια μοναχική παραλία ή στο βουνό απαγορεύσαμε.
Η οικογενειακή φωλιά επεκτείνεται στο άπειρο. Πόσα νέα παιδιά βρίσκουν στην οικογενειακή βιβλιοθήκη βιβλία ανησυχητικά, υπονομευτικά της βεβαιότητας, επίπονα αλλά και προκλητικά; Οι γονείς τους συνήθως φροντίζουν να τους ετοιμάζουν ένα σπίτι όλο δικό τους, από πάνω, από δίπλα, από κάτω, για να εξασφαλίσουν τα γερατειά και τη δική τους ανία, τη δική τους αναπηρία που τους εμποδίζει να δώσουν ίδιο, αυτόνομο νόημα στη δική τους ζωή, πολλοί ήδη συνταξιούχοι στα 50.
Αλυσοδεμένοι από τον λαιμό και τα σκέλια σε κακόγουστες καρέκλες που μιμούνται τις πολυτελείς πολυθρόνες, περνούν μπρος από τα μάτια τους οι σκιές που καταλήγουν να πιστεύουν ότι είναι ο κόσμος.
Κάποιοι, όχι λίγοι, ξεφεύγουν είτε γιατί οι ίδιοι διέθεταν γονίδια που προκαλούσαν αναταραχή στις ορμόνες τους, είτε γιατί οι γονείς τους ανήκαν σε εκείνους που είχαν τη σοφία και την κουλτούρα (όχι κατ' ανάγκη την τυπική μόρφωση) να αντισταθούν στον πειρασμό να θεωρήσουν τη ζωή των παιδιών τους προέκταση της δικής τους. Άλλες φορές ξεφεύγουν γιατί συνάντησαν αληθινούς δασκάλους κι άλλες γιατί απλά έτσι το έφερε η τύχη με τρόπο σκληρό ή λιγότερο σκληρό ή όλα αυτά μαζί. Στον δρόμο αυτό πολλοί χάνονται, μερικοί δεν γυρίζουν ποτέ, κάποιοι όμως επιστρέφουν, σαν τον αφύσικα απελευθερωμένο φυγάδα άγγελο του Πλάτωνα. 
Στους υπόλοιπους οι πρόγονοί τους δεν έχουν ομολογήσει ακόμη ότι όλα τούτα, η μάταιη οικογενειακή σπηλιά, έγινε με δανεικά που έλαβαν στο δικό τους όνομα. Δεν τολμούν να τους πουν πως η δική τους γενιά δανείστηκε από το μέλλον για να διαφθείρει το παρόν, δεμένοι κι αυτοί μπροστά στις παραπλανητικές σκιές, έτοιμοι να εξοντώσουν κάθε έναν που έρχονταν από τον έξω κόσμο να τους αποκαλύψει την κατάστασή τους. Δεν ήταν μόνο το πολιτικό μας σύστημα που πέταξε εκτός του κάθε φωνή που διέφερε, που είχε ουσία, που ανησυχούσε γιατί μετέφερε μιαν αλήθεια. Η κοινωνία μας σε κάθε επίπεδο, σε κάθε θύλακα, απομόνωνε κι έδιωχνε, εξόντωνε τον εξάγγελο. Στα σχολειά, στα πανεπιστήμια, στα ΜΜΕ, στις επιχειρήσεις, στο κράτος. Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει, καλύτερα να μη μας πει κανένα
Έτσι οι νέοι της γενιάς του 60%  απομένουν πιασμένοι στη μέγγενη των αντιφάσεων που άλλοι έστησαν γι’ αυτούς, την οποία δεν μπορούν ακόμη να αναγνωρίσουν. Σε μια πραγματικότητα που δεν έχουν τα εργαλεία να ερμηνεύσουν.
Πώς να κατανοήσουν ότι, ενώ είναι διατεθειμένοι να δουλέψουν το ίδιο σκληρά με τους άλλους Ευρωπαίους συνομηλίκους τους, με τους οποίους αισθάνονται όμοιοι, δεν βρίσκουν δουλειά; Πώς να κατανοήσουν γιατί, όταν βρίσκουν κάποια εργασία, για την ίδια ακριβώς δουλειά εργάζονται σκληρότερα και πληρώνονται (όταν πληρώνονται) λιγότερο από τους Ευρωπαίους συνομηλίκους τους, πολλές φορές χωρίς ασφάλιση, σε ένα εργασιακό πλαίσιο αδύνατο να εφαρμοστεί, σε έναν κόσμο παράλληλο με τον επίσημο, ο οποίος είναι συνειδητά σχεδιασμένος στην εντέλεια του επιθυμητού για να αποτελεί περιθώριο, έτσι ώστε όλοι τελικά να είναι δυνητικά παράνομοι; Σε μια αγορά όπου το "άσπρο χρήμα" είναι πρακτικά αδύνατο, ώστε η νομιμότητα να χάνει το νόημά της και να είναι όλα "μαύρα".   
Πώς να αποδεχτούν πως, ενώ είναι το ίδιο και ίσως περισσότερο καταρτισμένοι, ειδικά σε κρίσιμους τομείς, όπως η γλωσσομάθεια, και έχουν φρέσκες ιδέες, ταλέντο και σπιρτάδα, δεν βρίσκουν διέξοδο στην πράξη, στη δημιουργία;
Πώς να συμβιβαστούν με το ότι, ενώ είναι το ίδιο πολύτιμοι με κάθε νέο της Ευρώπης για τον τόπο τους, αυτός τους στερεί συστηματικά τον χρόνο και τη δημιουργικότητα με κάθε τρόπο, τους εμποδίζει να έρθουν σε επαφή με το φως και τα χρώματα μέσα από τιμωρητικά και αυτοαναφορικά κρατικά συστήματα, από το αλλήθωρο εκπαιδευτικό μας σύστημα ως τον στρατό και τις άσκοπες σκοπιές του και τη στρεβλή οικογενειακή δομή;
Οι κρατικές δομές και οι κοινωνικοί θεσμοί της ελληνικής κοινωνίας μόνο εξωτερικά και κατ’ όνομα ομοιάζουν με τις δομές προηγμένων κοινωνιών. Υποκρίνονται πως παρέχουν Παιδεία για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων και αυτόνομων προσωπικοτήτων και απλώς παράγουν μεγαλύτερη εξάρτηση στην κρίσιμη δημιουργική ηλικία. Αυτοκολακεύονται πως παρέχουν ισχυρή (και πανάκριβη) στρατιωτική μηχανή, η οποία είναι απολύτως απαραίτητη, στην υπηρεσία των διπλωματικών και οικονομικών επιδιώξεων της χώρας, αλλά στην πραγματικότητα υπηρετούν τον εαυτό τους και την παραγωγή πειθήνιων και ανέμπνευστων δημόσιων υπαλλήλων. Η βαριά κληρονομιά του εμφυλίου.  
Τελικά, η γνώση και η εσωτερική πειθαρχία που αυτή προϋποθέτει δεν μπορεί να παραχθεί, γιατί δεν την περιέχει αυτός που θάπρεπε να την προσφέρει. Η ελληνική κοινωνία και οι θεσμοί της πειθαναγκάζονται να αποδεχτούν αδειανά κελύφη στα οποία παραδίδουν τους νέους τους, ώστε να τους παραδώσουν με τη σειρά τους ευνουχισμένους στους ιδιοκτήτες τους.
Οι Έλληνες νέοι, όλοι οι νέοι που κατοικούν και μεγαλώνουν σε αυτόν τον τόπο, ζουν σε μια χώρα με εφάμιλλα ή και περισσότερα φυσικά και γεωγραφικά πλεονεκτήματα από την Ολλανδία και τη Δανία ή ακόμη και την Ισπανία ή την Ιταλία, αλλά δεν τους δίνεται τρόπος να το εκμεταλλευτούν. Δεν φαίνεται να ανοίγεται κανένας δρόμος. Δεν μπορούν να τον φτιάξουν καν περπατώντας, όπως πρότεινε ο ποιητής, καθώς κανένας δρόμος δεν μπορεί να ανοιχτεί πάνω στο μπετό των ατέλειωτων διαδικασιών και της καφκικής γραφειοκρατίας ενός κράτους που τους κλέβει όχι μόνο τη ζωή και τον χρόνο, αλλά κυρίως τη φαντασία. Ματώνουν τα πόδια, και το μπετό πάντα εκεί. Τους υποχρεώνει να στριφογυρίζουν σε μια αδιέξοδη αλάνα.
Μέχρι που ήρθε αυτό το 60%. Μέχρι που στέρεψαν τα αργύρια.
Οι ίδιοι δεν πρόλαβαν να καταναλώσουν (μάλλον περισσότερο καταναλώθηκαν και καταναλώνονται πλέον), χρωστάνε όμως για όλη τους τη ζωή αυτά που πρόλαβαν να δανειστούν και να καταναλώσουν εν ονόματί τους οι πατεράδες και οι παππούδες τους, για να τους χτίσουν άχρηστα σπίτια σε άσχημες και άχρωμες πολιτείες. Για να τους αγοράσουν άχρηστα αμάξια, που πλέον δεν μπορούν να συντηρήσουν. Μην και φύγουν κι ανοίξουν δικά τους, διαφορετικά φτερά.
Κι ακόμη, οι ίδιοι αυτοί πρόγονοι ανέχτηκαν (όταν δεν στήριξαν), σε κάθε περίπτωση δεν πολέμησαν  ένα ψευδεπίγραφο σύστημα "δωρεάν" παιδείας, που ούτε πληρώνει τις σπουδές των νέων μέσω του Δημοσίου, όπως διατείνεται (δηλαδή μέσω των φόρων  που πληρώνουμε όλοι για να παρέχει  ένα ολοήμερο σχολείο που δεν απαιτεί φροντιστήριο και διάβασμα στο σπίτι, με δυνατότητες ανάπτυξης των τεχνικών δεξιοτήτων και των ταλέντων τους κι ένα σοβαρό σύστημα υποτροφιών για σπουδές), ώστε να αισθάνονται και οι νέοι το χρέος στην πατρίδα. Ούτε τους δίνει έστω δυνατότητες να εργαστούν παράλληλα. Η κοινωνία πληρώνει ψευτογκρινιάζοντας κατά το μεγαλύτερο μέρος απευθείας και στρεβλά από τον οικογενειακό προϋπολογισμό, νομιμοποιώντας την ενδοοικογενειακή ζητιανιά. Έτσι αισθάνονται οι αποδέκτες ένα ακόμη ασήκωτο συναισθηματικό βάρος οικογενειακής οφειλής, αλλά και τον έλεγχο των επιλογών τους.   
Οι νέοι αυτοί σήμερα δύσκολα μπορούν να καταλάβουν σε τι υστερούν από τους Ευρωπαίους φίλους τους, όταν έλθουν σε επαφή μαζί τους.
Κληρονομούν μια μαραγκιασμένη χώρα, πνευματικά άνυδρη και ακατανόητη στον έξω κόσμο. Κυρίως, κληρονομούν ένα πολλαπλό χρέος, κρατικό, ιδιωτικό, οικογενειακό, που δεν μπορούν ακόμη να συλλάβουν την προέλευσή του και να το αναγνωρίσουν ως πρόβλημά τους.
Πώς να αντιληφθούν αυτό που αποκαλούμε (σωστά) συστημική ανταγωνιστικότητα, πίσω από το οποίο κρύβονται όλες οι στρεβλώσεις, η μειονεξία, ο ανελεύθερος και αναποτελεσματικός πατερναλισμός και τα κόμπλεξ του Ελληνικού κράτους και της ελληνικής κοινωνίας; Κληρονομούν μια θολούρα, ένα παράταιρο σκότος κι έναν χορό από σκιές στη χώρα του φωτός.
Τους αφαιρέθηκαν και τους αφαιρούνται πολύ περισσότερα από όσα τους δόθηκαν: η φαντασία, η τόλμη, το ρίσκο, οι ανοιχτοί ορίζοντες, η ουσιαστική πειθαρχημένη γνώση που δημιουργεί η ίδια το πεδίο αμφισβήτησής της, η βιωματική προσέγγιση της πραγματικότητας, το πραγματικό ταξίδι με σκοπό τη γνώση και όχι την ευκολία, η υποχρέωση να λαθέψουν και να μάθουν από αυτό αλλά και το αντίστροφό της, η δυνατότητα να δημιουργήσουν.
Τώρα που η πραγματικότητα τους τραβάει  στο φως γιατί οι σκιές σβήνουν, θολώνουν και η σπηλιά καταρρέει, γιατί σώθηκαν τα ξύλα και τρεμοσβήνει η φωτιά, τώρα  που όλο και περισσότεροι φίλοι τους γυρνούν από το φως εκεί έξω, έχει κανείς σκεφτεί πώς θα πειστούν να νικήσουν τον θυμό και να συγχωρήσουν; Πώς θα αντιδράσουν τη στιγμή που θα εννοήσουν πλήρως  τι τους έκαναν ή άφησαν να τους συμβεί οι άμεσοι προγονοί τους;
Θα εξοντώσουν τον πρώτο άγγελο που επιστρέφει (όπως έκαναν οι γονείς τους) ή θα ακούσουν την αλήθεια του; Και με τον επόμενο τι θα κάνουν; Κι αν τον ακούσουν, θα καταλάβουν ποτέ ότι κι οι πρόγονοί τους ήταν μεγαλωμένοι στην ίδια σπηλιά, με τις ίδιες σκιές, στον ίδιο αντεστραμμένο κόσμο; Θα αναρωτηθούν άραγε πότε ξεκίνησε αυτός ο εγκλεισμός;
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η αλήθεια που επιβάλλει η πραγματικότητα μέσω της κρίσης τούς κάνει να αισθάνονται ακόμη πιο στενάχωρα στο  ασφυκτικό κι ανήλιαγο σπήλαιο, δίχως καν την καθησυχαστική κακογουστιά της ψευτοπολυτέλειας. Ποιος όμως μπορεί να προδικάσει; Θα μπορέσει άραγε αυτή η μελλοντική Ελλάδα να ξεπεράσει το τραύμα του εγκλεισμού;
Υπάρχει κανείς που είναι  σε θέση να προτείνει ένα σχέδιο ορθολογικής ελπίδας μαζί με την κατανόηση, μαζί με τη συγγνώμη που απαιτείται και επιβάλλεται, ικανό να μετατρέψει την απελπισία και τον θυμό σε δημιουργική συμμετοχή και δράση;
Μοιάζει με κάτι τέτοιο  το "σχέδιο" της συντηρητικής μας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και των λοιπών εταίρων της, στην οποία προΐσταται το δημιούργημα του αντιφατικού δρ. Φράνκεστάιν, ο κ. Σαμαράς; Αυτό το "σχέδιο", που υποκρύπτει υπόρρητα την αποδοχή ότι η χώρα έχει να ανταγωνιστεί τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες με φθηνό εργατικό δυναμικό εντασσόμενη σε αλυσίδες παραγωγής «μεγάλων επενδύσεων»,  όπου τυχαία εντελώς το μέρος της αλυσίδας που εγκαθίσταται στη χώρα είναι τις περισσότερες φορές (ευτυχώς όχι πάντα) αυτό με τη χαμηλότερη προστιθέμενη αξία; Είναι αυτή η ενσωμάτωση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας που επιδιώκουμε; 
Είναι αυτό το "σχέδιο" μιας κυβέρνησης που αρνείται να απελευθερώσει τις αγορές, όλες τις αγορές, με την αρχαία έννοια της λέξης; Την αγορά του λόγου, πρώτα από όλα, και της πολιτικής, που είναι προϋπόθεση για τα υπόλοιπα, και μαζί αυτές της παραγωγής αγαθών, προϊόντων και υπηρεσιών, από ένα κοτζαμπάσικο παρακμασμένο κράτος. Που αρνείται να λύσει τους ανθρώπους από τα δεσμά τους, ενώ προωθεί ως φόβητρο απέναντί της μια ακόμη πιο συντηρητική και φοβική αντιπολίτευση, μια ακόμη πιο καταπιεστικά κρατικίστικη αντιπολίτευση; Μιας κυβέρνησης που νομίζει ότι μπορεί να συνεχίσει να ζει από την εθνική σχιζοφρένεια  που η ίδια καθημερινά επιβεβαιώνει και συντηρεί: ένα κράτος που οι πολίτες δεν εμπιστεύονται, ενώ περιμένουν από αυτό τα πάντα. Που έχει ταυτίσει τη μεταρρύθμιση με την προχειρότητα, την ορθολογικοποίηση με τη μικροπολιτική και εξαντλεί την επινοητικότητά της στην εξυπηρέτηση μικρών και μεγαλύτερων ιδιοτελών συμφερόντων, κρυμμένη κάτω από τα φουστάνια της τρόικας, όπως ακριβώς τα κουτοπόνηρα παιδιά;  
Είναι αυτό το σχέδιο μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας που μόνη φιλοδοξία της είναι να "τακτοποιήσει" και να βολέψει μερικούς ακόμη; Να ελέγξει τον μηχανισμό; Να πιάσει τα "πόστα"; Να καταναλώσει και τα τελευταία περισσεύματα ικμάδας και πλούτου του Ελληνισμού για να ανακυκλώσει τιποτένιους στο τίποτα;
Είναι πλέον φανερό σε όλους ότι τα νούμερα δεν βγαίνουν, ότι οι Ευρωπαίοι και η Διεθνής Κοινότητα απλά την ανέχονται προσωρινά με την αναγκαία συγκατάβαση, για να αποφευχθεί η κατάρρευση μιας χώρας και μιας κοινωνίας που είναι επίσης μέρος και του δικού τους συλλογικού ονείρου. Κατά βάθος μάς κοιτούν με μετρημένη απελπισία, που μεγαλώνει καθώς η αβάσιμη, στημένη ευφορία πλησιάζει στο τέλος της.   
Μερικοί άνθρωποι σκέφτονται τα πράγματα όπως είναι και ρωτάνε «γιατί». Εγώ τα ονειρεύομαι όπως θα ήθελα να είναι και σκέφτομαι «γιατί όχι»,  είχε πει ο μεγάλος Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας George Bernard Shaw.
Μήπως αυτό που χρειάζεται είναι ένα σχέδιο, ένα ρεαλιστικό όραμα, ικανό να εστιάσει στα παραγωγικά πλεονεκτήματα της χώρας, που γίνονται αμέσως φανερά αν ρίξει καθένας μια ματιά στο παρελθόν του ελληνισμού, στα επιτεύγματά του όταν ανοίχτηκε στον κόσμο; Όταν κοιτάξει με βαθιά ευρωπαϊκή πεποίθηση και λίγη έστω προσοχή έναν χάρτη; Την Ελλάδα των ανοιχτών μυαλών και των ανοιχτών οριζόντων, πύλη της Ευρώπης, κέντρο των Βαλκανίων, τόπο παραγωγής και εμπορίου, έρευνας, επιστημών;   
Ένα σχέδιο για την Ελλάδα των ανοιχτών οριζόντων, της ελευθερίας και της ευθύνηςτης προόδου και της αλληλεγγύης;
Ένα σχέδιο για μια ανεπτυγμένη ευρωπαϊκή χώραπου θα ανταγωνίζεται ισότιμα τις άλλες ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης και θα γίνει  καλύτερη, παραγωγικότερη από αυτές, για να σταματήσει επιτέλους να ακούει ντροπιασμένη τις νουθεσίες τους; Ένα σχέδιο πειστικό στους εταίρους μας, που θα κληθούν να το στηρίξουν χωρίς υστεροβουλία, καθώς η επιτυχία του θα είναι η πειστικότερη απόδειξη της επιτυχίας της κοινής πορείας της Ευρώπης, που είναι αναγκαία για να διατηρήσουμε όλοι οι Ευρωπαίοι τη θέση και την ταυτότητά μας σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία; Ένα σχέδιο ικανό να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους πολίτες;
Ένα σχέδιο που να μας κάνει να προσπαθήσουμε ξανά
Η αστείρευτη δημιουργική φαντασία των Ελλήνων, και ιδιαίτερα των νέων, η σπιρτάδα του νου, η ικανότητά τους να διαλέγονται με άλλες κουλτούρες και πολιτισμούς στη μεγάλη αγορά του κόσμου, να στήνουν δρόμους επικοινωνίας εκεί που υπάρχουν αδιέξοδα, να δημιουργούν μονοπάτια ανταλλαγής και παραγωγής προϊόντων και ιδεών στη στεριά και στη θάλασσα, να φιλοδοξούν και να πετυχαίνουν, να παράγουν πλούτο για τον εαυτό τους και τελικά για όλους, είναι ο μοναδικός θησαυρός του γένους.
Αυτά μισεί και εξοντώνει  συστηματικά η φουνταρισμένη  οικογενειακή μας δημοκρατία που γέννησε την αδικημένη γενιά του 60%, γιατί είναι στοιχεία ασύμβατα με τα θεμέλιά της. Στη φαινομενικά απροετοίμαστη αυτή γενιά έτυχε το μοναδικό προνόμιο να δοκιμάσει να φανταστεί εκ νέου τον εαυτό της και τη χώρα έξω από την πλατωνική σπηλιά, αντικρίζοντας τον ήλιο.
Δεν είναι βέβαιο ότι θα την επιτρέψουμε αυτήν την αλήθεια χωρίς να μεσολαβήσουν τραγικότερα γεγονότα. Δεν είναι εγγυημένο ότι οι μεγαλύτεροι θα βρουν το κουράγιο να ζητήσουν συγγνώμη και ότι οι νεώτεροι  θα κατορθώσουν να βρουν τη δύναμη να συγχωρήσουν, αναγκαίο για να κοιτάξουν μπροστά και να συνεχίσουν παραπέρα.
Η εξέλιξη μιας ανθρώπινης κοινότητας προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση στην ιστορία δεν είναι νομοτέλεια, όπως αφελώς ευαγγελίζονται οι θρησκόληπτοι μαρξιστές. 
Είναι όμως βέβαιο ότι, εάν κάποιος κατορθώσει να εκφράσει αυτή την αλήθεια, να τη βοηθήσει να βρει τον δρόμο της στο φως, πέρα από προκαταλήψεις, ψυχαναγκασμούς, στερεότυπα και φοβίες, εάν κατορθώσει να προσφέρει ορθολογική ελπίδα στους ανθρώπους, έχει πολλές πιθανότητες να επιτύχει. Και αν πετύχει, είναι σίγουρο ότι θα είναι ο πολιτικός πρωταγωνιστής του αύριο.
Δεν θα μπει απλά στη βουλή με ένα άχρηστο, μίζερο και αδιάφορο 3%.
Θα συγκροτήσει την αξιωματική αντιπολίτευση, που σήμερα υποκλέπτει με παραλογισμούς και καραμελωμένα ψέματα ο αριστερισμός και ο δεξιός λαϊκισμός, και πάρα πολύ σύντομα τον πυρήνα της νέας πολιτικής πλειοψηφίας που θα μεταρρυθμίσει εκ θεμελίων τη χώρα.    
Γι' αυτό πράγματι δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να προσπαθήσουμε. Να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους και να πράξουμε κατά συνέπεια.  
Η αλήθεια μάς συμφέρει.


Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος




Ευχαριστώ τη Χριστίνα Παυλίδου γι' αυτή την  εξαιρετική της ιδέα για την αλήθεια.
Ενδεικτικές αναφορές
(το πλήρες πλατωνικό κείμενο και η μετάφρασή του)

Ενδεικτικές ψηφιακές αναπαραστάσεις / ερμηνείες της πλατωνικής σπηλιάς.   
 http://www.youtube.com/watch?v=UQfRdl3GTw4 (με την φωνή του Orson Welles)
Οι σκέψεις αυτές καταγράφονται ως συνέχεια ενός εργαστήριου που είχα τη χαρά να διευθύνω το καλοκαίρι του 2012, στο πλαίσιο ενός πολυεπιστημονικού διεθνούς  Θερινού Σχολείου σε σχέση με τη σπηλιά του Πλάτωνα και την πρόσληψη των ερωτημάτων που θέτει, μέσα από τα σύγχρονα μέσα απεικόνισης και την ιχνηλάτηση της δυνατότητας και της βούλησης της απεικόνισης να θέσει ή όχι εναλλακτικά ερωτήματα που προεκτείνουν ή αμφισβητούν την πλατωνική προσέγγιση. 

εικόνα:  Pablo Picasso, early paintings, detail


No comments:

Post a Comment