Monday, June 18, 2018

Ανατομία του πένθους


Share/Bookmark
The Starry Night, Vincent van Gogh. Painted in June 1889,
Collecion MoMA
Σε κάθε δυσάρεστο ή επίπονο γεγονός η ψυχή μας ακολουθεί μια σειρά από στάδια, συμβιβασμού και αποδοχής της πραγματικότητας. Εάν δεν κατορθώσει να το κάνει, εμφανίζονται ελαφρές ή βαρύτερες ψυχικές διαταραχές, κατάθλιψη ή ακόμη και παράνοια.

Όπως όταν τελειώνει μια μεγάλη και έντονη σχέση, για παράδειγμα, και γίνεται όλο και πιο προφανές ότι ο σύντροφός μας δεν είναι μαζί μας, ή εμείς δεν είμαστε μαζί του αλλά αρνούμαστε να το παραδεχτούμε στον εαυτό μας, να το μιλήσουμε ανοιχτά. Ίσως γιατί μας παρέχει ασφάλεια και βολή η φόρμα ζωής που συνηθίσαμε (πού να τρέχουμε για άλλα, πώς να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση!). Ειδικά εάν αυτό συμβαίνει σε μεγάλα παιδιά, με υψηλές ανασφάλειες και άλλα πραγματικά προβλήματα.

Ιδωμένο αυτό με τα μάτια τρίτων είναι εμφανές. Όμως τα δικά μας αρνούνται να το δουν, παρότι το υποψιαζόμαστε, βαθιά μέσα μας το γνωρίζουμε ότι η παρούσα κατάσταση είναι αδιέξοδη, ότι έχει ΗΔΗ τελειώσει. Ότι πρέπει να αναπροσδιοριστεί η σχέση για να συνεχίσει να υπάρχει με κάποιον τρόπο. Να γίνουν δύσκολες παραδοχές, που αμφισβητούν πολλές φορές τον πυρήνα της δικής μας ύπαρξης που, για καιρό, ήταν αυτός που ήταν.

Όταν αυτό συμβαίνει και η πραγματικότητα αποκαλύπτεται, λόγω ανωτέρας βίας στις περισσότερες περιπτώσεις, από έναν εξωγενή παράγοντα, μια επαγγελματική αλλαγή, ένα θέμα υγείας, μια νέα σχέση ενός από τους δυο, την ανάγκη ολοκλήρωσης της ζωής του ενός (ή και των δυο) που παραμένει λειψή, την ένταξη στο ΝΑΤΟ ενός άλλου κράτους, την πίεση της οικονομικής κρίσης και των αριθμών της, την κατάσχεση της κατοικίας κλπ κλπ. τότε ένα μέρος εντός μας υφίσταται ένα συναισθηματικό σοκ και βυθίζεται στο πένθος. Ανορθολογικό πένθος, που όλοι έχουμε λίγο-πολύ ζήσει, διότι είναι εκτός χρόνου: πενθούμε κάτι που πια δεν είχαμε, απλώς διαπιστώνουμε ότι το είχαμε ήδη χάσει εδώ και καιρό, ή, ακόμη, σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις, δεν υπήρξε ποτέ όπως το νομίζαμε. Ήταν ένα πουκάμισο (μισο) αδειανό, μια Ελένη. Που όμως έδινε νόημα και σκοπό στην ύπαρξή μας, έστω και αν την εμπόδιζε ταυτόχρονα να πάει παραπέρα, έστω κι αν μας μπλόκαρε να κοιτάξουμε μπροστά. Ελάφραινε τα αδιέξοδά μας και δικαιολογούσε την καθημερινότητά μας, ως φόρμα, ως φαντασίωση, ως φανταστικό καταφύγιο, όχι ως πραγματικότητα. Ως πραγματικότητα την επιβάρυνε.

Αυτό το πένθος δεν αντιμετωπίζεται λογικά, διότι δεν είναι λογικό. Δεν καταλύεται με επιχειρήματα, γιατί δεν είναι κατασκευασμένο από επιχειρήματα. Είναι ένα ψυχικό μέσο για τη συνέχιση της ζωής. Πολλές φορές τα επιχειρήματα μπορούν να το μετατρέψουν σε οργή ή και μίσος κατά αυτού που τα εκφέρει, ειδικά αν είναι η άλλη πλευρά, ο σύντροφός μας, κάποιος εμπλεκόμενος. Ή ακόμη σε απομάκρυνση, εγκλεισμό. θυμό κατά πάντων, κατάθλιψη, συνολική άρνηση της πραγματικότητας. Σίγουρα δεν ξεπερνιέται με την καλλιέργεια του αισθήματος του αποκλειστικώς αδικημένου, του ριγμένου, που έχει όλο το δίκιο με το μέρος του, που πολλές φορές είναι το μέσο που χρησιμοποιούν κάποιοι ανεύθυνοι κι άσπονδοι φίλοι για να κολακεύσουν και να ανακουφίσουν καλοπροαίρετα ή κακοπροαίρετα τον παθόντα, ή επειδή βαριούνται να αναλάβουν το κόστος να τον βοηθήσουν πραγματικά για να τον κάνουν να αποδεχτεί την πραγματικότητά του. Ή, ακόμη, επιτήδειοι δικηγόροι σε αναζήτηση δικηγορικής ύλης. Ούτε όταν όσοι το βλέπουν κουνούν το δάχτυλο δίνοντας ηθικολογικές συμβουλές μιας ανώτερης διάνοιας. Δεν ωφελεί, τους κάνει αντιπαθείς και εδραιώνει την αντίδραση αυτοπροστασίας, αφήνει χώρο στον διχασμό, στην απομάκρυνση, κι ακόμη, στο μίσος. Γκρεμίζει τις γέφυρες επικοινωνίας: τις φιλικές σχέσεις, τους συναισθηματικούς δεσμούς.

Εάν όλα αυτά είναι άτοπα και ατελέσφορα, πώς ξεπερνιέται το πένθος αυτό, είτε αφορά ένα πρόσωπο είτε ένα έθνος; Πώς μπορεί να κατορθώσει να κάνει την υπέρβαση κανείς που βρίσκεται σε πένθος, που έχει πληγωθεί ειλικρινά, όταν τελικά κάτι ειπώθηκε, αποκαλύφθηκε στα μάτια του, γιατί δεν μπορούσε άλλο να μείνει κρυφό; Πώς μπορεί να το αποδεχτεί για να το ξεπεράσει, να βρει νόημα να συνεχίσει; Πώς να καταφέρει να μπει στα παπούτσια του άλλου, να δει με τα μάτια του απέναντι , να νιώσει τα αισθήματά του, να έρθει στη θέση του; Πόσο χρόνο χρειάζεται;

Πώς μπορεί κανείς να βοηθήσει, να στηρίξει αυτή την προσπάθεια;

Δεν το γνωρίζω, εγώ τουλάχιστον. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια οικουμενική συνταγή, πέρα από την αγάπη, την κατανόηση, τη μη αποξένωση αλλά και την ειλικρίνεια, τις νέες προτάσεις και ιδέες ζωής, τις νέες ουτοπίες του, τα νέα σχέδια, τους νέους έρωτες. Εν τέλει, εξαρτάται από το βάθος του τραύματος, την ανασφάλεια και την αυτοπεποίθηση του καθενός, την ποιότητα, την ευαισθησία και το είδος των φίλων του και, όπως πάντοτε, λίγο ως πολύ από την τύχη.


Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος 


No comments:

Post a Comment