Γράφαμε πρόσφατα ότι η ΝΔ είναι τρία κόμματα σε συσκευασία ενός: η εθνικιστική Δεξιά του κ. Σαμαρά, η λαϊκή Δεξιά του κ. Καραμανλή και η Φιλελεύθερη του κ. Μητσοτάκη.
Η Κεντροαριστερά, αντίθετα, έχει λίγο διαφορετική γεωγραφία. Η λαϊκή αριστερά βρήκε αρχηγό και κόμμα στο πρόσωπο του κ. Τσίπρα και του Συριζα. Η ορθολογική και σοσιαλδημοκρατική, πολύ στραβά και πολύ κουτσά, στο ΚΙΝΑΛ με το πρώην Ποτάμι. Η εθνικιστική έχει σκορπιστεί και στα δυο.
Η ποιότητα των ηγετών των κομμάτων δεν είναι η καλύτερη σε κανέναν χώρο.
Ποιος είναι, εντέλει, ο πιο ικανός ηγέτης; Αυτός που χωρίς να αμφισβητείται από το δικό του κόμμα (τον πυρήνα, αυτούς με τους οποίους ταυτίζεται) μπορεί να πείσει και να συσπειρώσει ψηφοφόρους των υπολοίπων και να τους συμβιβάσει με το συμφέρον του έθνους, εντός της πραγματικότητας και των διεθνών συνθηκών, ευκαιριών και αναγκαιοτήτων. Είναι αυτός που στις δύσκολες συνθήκες διαβλέπει ευκαιρίες εκεί που οι άλλοι βλέπουν μόνο δυστυχίες και φόβους.
Η ΝΔ απέτυχε να το κάνει δυο φορές. Την πρώτη με ευθύνη του εθνικιστικού της τμήματος, όταν ο τότε και τώρα αρχηγός του τμήματος αυτού έριξε μια από τις καλύτερες, ίσως την καλύτερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης, που έτυχε να είναι και κυβέρνηση του δικού του ευρύτερου κόμματος, αρνούμενος έναν συμβιβασμό για το ίδιο ακατανόητο διεθνώς θέμα που μας δηλητηριάζει και σήμερα.
Τη δεύτερη όταν έριξε την κυβέρνηση του αντίπαλου κόμματος με την αντιμνημονιακή παραμυθία, αρνούμενος έναν συμβιβασμό που θα τον έφερνε στην εξουσία λίγα χρόνια μετά, σε μια χώρα πιο σταθερή, που θα είχε πληρώσει μικρότερο κόστος. Προσπαθώντας να την ιδιοποιηθεί, νομιμοποίησε την αντιμνημονιακή παραμυθία, αρνήθηκε την πραγματικότητα και, τελικά, όταν εξελέγη και αναγκαστικά την αποδέχτηκε, βρήκε απέναντί του τη δική του ρητορική και πρακτικές από την εθνολαϊκή αριστερά που την εξέφρασε αυθεντικότερα, και από αυτήν ηττήθηκε.
Στην άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας έκανε το ίδιο με τον κ. Σαμαρά. Ανήλθε στην εξουσία, όχι στην αρχή του 2015 αλλά τον Σεπτέμβριο, μετά το δημοψήφισμα, όταν επί τέλους, με μεγάλο κόστος για τη χώρα, κυριάρχησε στο κόμμα του. Με πολύ χειρότερης ποιότητας πολιτικό προσωπικό εφάρμοσε τα συμφωνηθεντα απέναντι στο 60% ή και παραπάνω που διαφωνούσαν (δεν το λες λαϊκισμό αυτό) χωρίς σοβαρούς κραδασμούς, ενώ κατά τα λοιπά εφάρμοσε τη λαϊκίστικη αριστερόστροφη και αντιπαραγωγική πολιτική του.
Τώρα ο κ. Τσίπρας ρεαλιστικά επιχειρεί να εφαρμόσει αυτό που επιβάλλει η διεθνής πραγματικότητα για λόγους προφανείς (δεν θα τους αναλύσουμε εδώ, για όποιον δεν καταλαβαίνει ότι οι διεθνείς συνθήκες δεν αφήνουν περιθώρια για άλλον δρόμο, καλύτερο, μα διαγράφουν άλλον πολύ χειρότερο). Έναν συμβιβασμό, στο παλιό θέμα της εθνικιστικής δεξιάς, που υπήρξε η ρίζα του κακού. Σίγουρα χωρίς έμπνευση, σίγουρα χωρίς στρατηγική, σίγουρα χωρίς δυνατότητα να χαρτογραφήσει και να δημιουργήσει τις ευκαιρίες για το καλύτερο, εντός αυτού του δρόμου. Να αλλάξει τον στόχο εντός του δεδομένου πλαισίου γεωπολιτικών και ιστορικών ισορροπιών, όχι το πλαίσιο. Κάτι τέτοιο χρειάζεται ικανότητες και φαντασία που ούτε ο Τσίπρας ούτε το πολιτικό του προσωπικό διαθέτουν.
Η ΝΔ (και πάλι) τι κάνει, αντί να φανταστεί τις ευκαιρίες και να πιέσει γι' αυτές; Αντί να προτείνει όραμα και λύσεις που να εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα στον δρόμο του ωφέλιμου ρεαλισμού, πέρα από την ονοματολογία; Αντί να σχεδιάζει μια σταθερή σχέση, μια δυναμική και φιλόδοξη οικονομική και πολιτιστική παρουσία στους γείτονες, για πρωτοβουλίες που θα περιθωριοποιούν πολιτικά και κοινωνικά, θα ακυρώνουν de facto τις εθνικιστικές τάσεις τους και θα αλλάζουν την οπτική σε βάθος χρόνου των σχέσεων με την ΠΓΔΜ με αμοιβαίο όφελος, οι οποίες θα μπορούσαν να ενσωματωθούν οριστικά στις διαπραγματεύσεις και στους όρους ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε;
Δεν κάνει τίποτα που να εμπνέει εμπιστοσύνη, δεδομένου και του πρόσφατου ιστορικού της. Επιχειρεί να τρενάρει ένα πρόβλημα που θα αναγκαστεί να λύσει η ίδια από χειρότερη θέση με τον ίδιο τρόπο, από τη βιάση της να έρθει στην εξουσία.
Ο συμπαθής αρχηγός της αποσυσπειρώνει το δικό του κόμμα, εντός της ΝΔ, ενώ δεν φαίνεται να κατορθώνει να κερδίσει ψηφοφόρους από τα άλλα δυο με καθαρά λόγια και καθαρό όραμα. Δίνει την εντύπωση ότι κατανοεί την πραγματικότητα, αλλά δεν ξέρει πώς να πάει εκεί που θέλει να πάει, πέρα από εσωκομματικούς συμβιβασμούς. Στην πολιτική, όμως, κερδίζει τελικά όποιος έχει τον πιο καθαρό λόγο και είναι ικανός να πείσει ότι τον πιστεύει.
Ο ηγέτης που δικαιώνεται, ενός έθνους που μπορεί να κερδίσει, είναι εκείνος που να εμπνεύσει σεβασμό και να πείσει ακόμη και όσους έχουν διαφορετική άποψη. Είναι εκείνος που μπορεί να καταλάβει τη λογική, την περίπλοκη οπτική, τα συμφέροντα, τα όρια των διεθνών εταίρων, των γειτόνων. Να κατανοήσει, όχι να αποδεχτεί, τα δικά τους αντιφατικά "δίκαια", τη δική τους πολυπαραγοντική ψυχή, και να συλλάβει εφικτές πρωτοβουλίες που μπορούν να τα εξελίξουν με τρόπο συμφέροντα και ελκυστικό και για εκείνους και συμβατό με τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα.
Ηγέτης είναι εκείνος που δείχνει έγκαιρα τον δρόμο, πριν τον δείξουν άλλοι ή πριν επιβάλουν άλλοι κάποιον άλλον άσχημο, και μάλλον όχι εκείνος που τον ψάχνει δημοσίως. Είναι εκείνος που μπορεί να ανακαλύψει και να δημιουργήσει ευκαιρίες εντός της πραγματικότητας για το έθνος του και να τις κάνει ελκυστικές, όχι εκείνος που την αρνείται. Είναι εκείνος που δεν προτείνει ( ή σέρνεται πίσω από) περήφανα, εύκολα όσο και ατελέσφορα ΟΧΙ, αλλά εκείνος που είναι ικανός να προτείνει και να επιβάλλει τα ρεαλιστικά, δύσκολα και εμπνευσμένα ΝΑΙ.
Όλο και παραπάνω φοβάμαι πως μάλλον δεν τον έχουμε.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
ΥΓ. 1
Αυτά είναι αυτά που χάσαμε (και, κυρίως, αυτά που ΔΕΝ κερδίσαμε). Είναι θέμα οπτικής. Τα Σκόπια ΔΕΝ είναι απέναντι. Είναι προς το δικό μας συμφέρον ο ήπιος προσεταιρισμός τους. Το όνομα είναι ένα εργαλείο προς αυτή την κατεύθυνση, όχι ένα εμπόδιο. Αλλά όχι μόνο του, όχι σαν παραχώρηση, αλλά σαν εργαλείο σε μια προοπτική που πρέπει εμείς να χαράξουμε. Κάτω από μια τελείως άλλη οπτική. Την προώθηση της Ελληνικής γλώσσας, ίσως ακόμη και με στόχο να διδάσκεται σαν δεύτερη γλώσσα στα σχολεία της γειτονικής χώρας, την ανάπτυξη κοινών υποδομών και δράσεων, την προώθηση των μουσικών και των παραδόσεων των Βαλκανίων, τη δημιουργία κοινών επιχειρηματικών δικτύων, τον σχεδιασμό της ενσωμάτωσης στο ΝΑΤΟ με τρόπο και όρους που να εξυπηρετεί τα δικά μας αμυντικά συμφέροντα στα οποία να ενσωματωθούν, τον σχεδιασμό των προγραμμάτων στήριξης και του πλαισίου ενσωμάτωσης στην Ε.Ε. που να εξυπηρετεί μια προοπτική ενοποίησης των συμφερόντων στην περιοχή και βέβαια τα Ελληνικά συμφέροντα με τα οποία να τους βοηθήσουμε να ταυτιστούν... Αυτή είναι η φαντασία που χρειάζεται. Είμαστε η καλύτερη διέξοδος γι' αυτούς και είναι οι προσφορότεροι σύμμαχοι για εμάς, αρκεί να τους κατανοήσουμε και να αποφορτίσουμε αυτή την αντιπαράθεση που συμφέρει πολλούς άλλους, εκτός από την Ελλάδα. Και να είμαστε λίγο πιο έξυπνοι και πραγματιστές.
kathimerini.gr/Η καλύτερη και η χειρότερη λύση για το Σκοπιανό
ΥΓ. 2
Μια από τις πιο επιτυχημένες κινήσεις του Αλέξανδρου, που διασφάλισε την αποδοχή της Ελληνικής κουλτούρας και την ηγεμονία της, για όσους ασχολούνται λιγάκι με την ιστορία, ήταν η απόφασή του να προτρέψει τους Μακεδόνες του να παντρευτούν ντόπιες, να ενσωματώσει τμήματα των παραδόσεών τους, να φτιάξει θέατρα, να απλοποιήσει την Ελληνική για να μπορούν να τη μάθουν. Να αναγνωρίσουν, τελικά, στον μακεδονικό ελληνικό πολιτισμό την ταυτότητά τους οι άλλες εθνότητες. Του Αλέξανδρου αυτά όμως, του πραγματικού Μακεδόνα, του μαθητή του Αριστοτέλη, που αισθανόταν σίγουρος για την Ελληνική του παιδεία και ταυτότητα όσο και για το ότι ήταν ηγέτης.
Γ.Γ.Γ.
Η Κεντροαριστερά, αντίθετα, έχει λίγο διαφορετική γεωγραφία. Η λαϊκή αριστερά βρήκε αρχηγό και κόμμα στο πρόσωπο του κ. Τσίπρα και του Συριζα. Η ορθολογική και σοσιαλδημοκρατική, πολύ στραβά και πολύ κουτσά, στο ΚΙΝΑΛ με το πρώην Ποτάμι. Η εθνικιστική έχει σκορπιστεί και στα δυο.
Η ποιότητα των ηγετών των κομμάτων δεν είναι η καλύτερη σε κανέναν χώρο.
Ποιος είναι, εντέλει, ο πιο ικανός ηγέτης; Αυτός που χωρίς να αμφισβητείται από το δικό του κόμμα (τον πυρήνα, αυτούς με τους οποίους ταυτίζεται) μπορεί να πείσει και να συσπειρώσει ψηφοφόρους των υπολοίπων και να τους συμβιβάσει με το συμφέρον του έθνους, εντός της πραγματικότητας και των διεθνών συνθηκών, ευκαιριών και αναγκαιοτήτων. Είναι αυτός που στις δύσκολες συνθήκες διαβλέπει ευκαιρίες εκεί που οι άλλοι βλέπουν μόνο δυστυχίες και φόβους.
Η ΝΔ απέτυχε να το κάνει δυο φορές. Την πρώτη με ευθύνη του εθνικιστικού της τμήματος, όταν ο τότε και τώρα αρχηγός του τμήματος αυτού έριξε μια από τις καλύτερες, ίσως την καλύτερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης, που έτυχε να είναι και κυβέρνηση του δικού του ευρύτερου κόμματος, αρνούμενος έναν συμβιβασμό για το ίδιο ακατανόητο διεθνώς θέμα που μας δηλητηριάζει και σήμερα.
Τη δεύτερη όταν έριξε την κυβέρνηση του αντίπαλου κόμματος με την αντιμνημονιακή παραμυθία, αρνούμενος έναν συμβιβασμό που θα τον έφερνε στην εξουσία λίγα χρόνια μετά, σε μια χώρα πιο σταθερή, που θα είχε πληρώσει μικρότερο κόστος. Προσπαθώντας να την ιδιοποιηθεί, νομιμοποίησε την αντιμνημονιακή παραμυθία, αρνήθηκε την πραγματικότητα και, τελικά, όταν εξελέγη και αναγκαστικά την αποδέχτηκε, βρήκε απέναντί του τη δική του ρητορική και πρακτικές από την εθνολαϊκή αριστερά που την εξέφρασε αυθεντικότερα, και από αυτήν ηττήθηκε.
Στην άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας έκανε το ίδιο με τον κ. Σαμαρά. Ανήλθε στην εξουσία, όχι στην αρχή του 2015 αλλά τον Σεπτέμβριο, μετά το δημοψήφισμα, όταν επί τέλους, με μεγάλο κόστος για τη χώρα, κυριάρχησε στο κόμμα του. Με πολύ χειρότερης ποιότητας πολιτικό προσωπικό εφάρμοσε τα συμφωνηθεντα απέναντι στο 60% ή και παραπάνω που διαφωνούσαν (δεν το λες λαϊκισμό αυτό) χωρίς σοβαρούς κραδασμούς, ενώ κατά τα λοιπά εφάρμοσε τη λαϊκίστικη αριστερόστροφη και αντιπαραγωγική πολιτική του.
Τώρα ο κ. Τσίπρας ρεαλιστικά επιχειρεί να εφαρμόσει αυτό που επιβάλλει η διεθνής πραγματικότητα για λόγους προφανείς (δεν θα τους αναλύσουμε εδώ, για όποιον δεν καταλαβαίνει ότι οι διεθνείς συνθήκες δεν αφήνουν περιθώρια για άλλον δρόμο, καλύτερο, μα διαγράφουν άλλον πολύ χειρότερο). Έναν συμβιβασμό, στο παλιό θέμα της εθνικιστικής δεξιάς, που υπήρξε η ρίζα του κακού. Σίγουρα χωρίς έμπνευση, σίγουρα χωρίς στρατηγική, σίγουρα χωρίς δυνατότητα να χαρτογραφήσει και να δημιουργήσει τις ευκαιρίες για το καλύτερο, εντός αυτού του δρόμου. Να αλλάξει τον στόχο εντός του δεδομένου πλαισίου γεωπολιτικών και ιστορικών ισορροπιών, όχι το πλαίσιο. Κάτι τέτοιο χρειάζεται ικανότητες και φαντασία που ούτε ο Τσίπρας ούτε το πολιτικό του προσωπικό διαθέτουν.
Η ΝΔ (και πάλι) τι κάνει, αντί να φανταστεί τις ευκαιρίες και να πιέσει γι' αυτές; Αντί να προτείνει όραμα και λύσεις που να εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα στον δρόμο του ωφέλιμου ρεαλισμού, πέρα από την ονοματολογία; Αντί να σχεδιάζει μια σταθερή σχέση, μια δυναμική και φιλόδοξη οικονομική και πολιτιστική παρουσία στους γείτονες, για πρωτοβουλίες που θα περιθωριοποιούν πολιτικά και κοινωνικά, θα ακυρώνουν de facto τις εθνικιστικές τάσεις τους και θα αλλάζουν την οπτική σε βάθος χρόνου των σχέσεων με την ΠΓΔΜ με αμοιβαίο όφελος, οι οποίες θα μπορούσαν να ενσωματωθούν οριστικά στις διαπραγματεύσεις και στους όρους ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε;
Δεν κάνει τίποτα που να εμπνέει εμπιστοσύνη, δεδομένου και του πρόσφατου ιστορικού της. Επιχειρεί να τρενάρει ένα πρόβλημα που θα αναγκαστεί να λύσει η ίδια από χειρότερη θέση με τον ίδιο τρόπο, από τη βιάση της να έρθει στην εξουσία.
Ο συμπαθής αρχηγός της αποσυσπειρώνει το δικό του κόμμα, εντός της ΝΔ, ενώ δεν φαίνεται να κατορθώνει να κερδίσει ψηφοφόρους από τα άλλα δυο με καθαρά λόγια και καθαρό όραμα. Δίνει την εντύπωση ότι κατανοεί την πραγματικότητα, αλλά δεν ξέρει πώς να πάει εκεί που θέλει να πάει, πέρα από εσωκομματικούς συμβιβασμούς. Στην πολιτική, όμως, κερδίζει τελικά όποιος έχει τον πιο καθαρό λόγο και είναι ικανός να πείσει ότι τον πιστεύει.
Ο ηγέτης που δικαιώνεται, ενός έθνους που μπορεί να κερδίσει, είναι εκείνος που να εμπνεύσει σεβασμό και να πείσει ακόμη και όσους έχουν διαφορετική άποψη. Είναι εκείνος που μπορεί να καταλάβει τη λογική, την περίπλοκη οπτική, τα συμφέροντα, τα όρια των διεθνών εταίρων, των γειτόνων. Να κατανοήσει, όχι να αποδεχτεί, τα δικά τους αντιφατικά "δίκαια", τη δική τους πολυπαραγοντική ψυχή, και να συλλάβει εφικτές πρωτοβουλίες που μπορούν να τα εξελίξουν με τρόπο συμφέροντα και ελκυστικό και για εκείνους και συμβατό με τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα.
Ηγέτης είναι εκείνος που δείχνει έγκαιρα τον δρόμο, πριν τον δείξουν άλλοι ή πριν επιβάλουν άλλοι κάποιον άλλον άσχημο, και μάλλον όχι εκείνος που τον ψάχνει δημοσίως. Είναι εκείνος που μπορεί να ανακαλύψει και να δημιουργήσει ευκαιρίες εντός της πραγματικότητας για το έθνος του και να τις κάνει ελκυστικές, όχι εκείνος που την αρνείται. Είναι εκείνος που δεν προτείνει ( ή σέρνεται πίσω από) περήφανα, εύκολα όσο και ατελέσφορα ΟΧΙ, αλλά εκείνος που είναι ικανός να προτείνει και να επιβάλλει τα ρεαλιστικά, δύσκολα και εμπνευσμένα ΝΑΙ.
Όλο και παραπάνω φοβάμαι πως μάλλον δεν τον έχουμε.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
ΥΓ. 1
Αυτά είναι αυτά που χάσαμε (και, κυρίως, αυτά που ΔΕΝ κερδίσαμε). Είναι θέμα οπτικής. Τα Σκόπια ΔΕΝ είναι απέναντι. Είναι προς το δικό μας συμφέρον ο ήπιος προσεταιρισμός τους. Το όνομα είναι ένα εργαλείο προς αυτή την κατεύθυνση, όχι ένα εμπόδιο. Αλλά όχι μόνο του, όχι σαν παραχώρηση, αλλά σαν εργαλείο σε μια προοπτική που πρέπει εμείς να χαράξουμε. Κάτω από μια τελείως άλλη οπτική. Την προώθηση της Ελληνικής γλώσσας, ίσως ακόμη και με στόχο να διδάσκεται σαν δεύτερη γλώσσα στα σχολεία της γειτονικής χώρας, την ανάπτυξη κοινών υποδομών και δράσεων, την προώθηση των μουσικών και των παραδόσεων των Βαλκανίων, τη δημιουργία κοινών επιχειρηματικών δικτύων, τον σχεδιασμό της ενσωμάτωσης στο ΝΑΤΟ με τρόπο και όρους που να εξυπηρετεί τα δικά μας αμυντικά συμφέροντα στα οποία να ενσωματωθούν, τον σχεδιασμό των προγραμμάτων στήριξης και του πλαισίου ενσωμάτωσης στην Ε.Ε. που να εξυπηρετεί μια προοπτική ενοποίησης των συμφερόντων στην περιοχή και βέβαια τα Ελληνικά συμφέροντα με τα οποία να τους βοηθήσουμε να ταυτιστούν... Αυτή είναι η φαντασία που χρειάζεται. Είμαστε η καλύτερη διέξοδος γι' αυτούς και είναι οι προσφορότεροι σύμμαχοι για εμάς, αρκεί να τους κατανοήσουμε και να αποφορτίσουμε αυτή την αντιπαράθεση που συμφέρει πολλούς άλλους, εκτός από την Ελλάδα. Και να είμαστε λίγο πιο έξυπνοι και πραγματιστές.
kathimerini.gr/Η καλύτερη και η χειρότερη λύση για το Σκοπιανό
ΥΓ. 2
Μια από τις πιο επιτυχημένες κινήσεις του Αλέξανδρου, που διασφάλισε την αποδοχή της Ελληνικής κουλτούρας και την ηγεμονία της, για όσους ασχολούνται λιγάκι με την ιστορία, ήταν η απόφασή του να προτρέψει τους Μακεδόνες του να παντρευτούν ντόπιες, να ενσωματώσει τμήματα των παραδόσεών τους, να φτιάξει θέατρα, να απλοποιήσει την Ελληνική για να μπορούν να τη μάθουν. Να αναγνωρίσουν, τελικά, στον μακεδονικό ελληνικό πολιτισμό την ταυτότητά τους οι άλλες εθνότητες. Του Αλέξανδρου αυτά όμως, του πραγματικού Μακεδόνα, του μαθητή του Αριστοτέλη, που αισθανόταν σίγουρος για την Ελληνική του παιδεία και ταυτότητα όσο και για το ότι ήταν ηγέτης.
Γ.Γ.Γ.
No comments:
Post a Comment