Πριν, και παράλληλα με τα ομηρικά έπη, δημιουργήθηκαν άλλα μεγάλα έπη που όρισαν σημαντικούς πολιτισμούς. Η Μαχαμπχαράτα δημιουργείται την ίδια περίπου εποχή, το συγκλονιστικό Ασσυριακό έπος του Γιλγαμές, που εξερεύνησε τα όρια της Αθανασίας και των ανθρώπων, χίλια χρόνια νωρίτερα.
Οι αρχαίοι Έλληνες με την Ιλιάδα εισάγουν μια ιδιομορφία της ενσυναίσθησης, που έγινε το κεντρικό σημείο αυτού που έκτοτε αποκαλούμε "Δυτικός πολιτισμός".
Tα ομηρικά έπη αποτελούν μία τομή. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι για πρώτη φορά ένας πολιτισμός, μια κοινότητα ανθρώπων, αισθάνεται την ανάγκη να παρατηρήσει, να αναλύσει, να αφηγηθεί, να κατανοήσει και να ιστορήσει επί ίσοις όροις την ανθρώπινη υπόσταση, την αξία, την ψυχή, τις επιλογές και τη μοίρα των αντιπάλων της. Ο Όμηρος, αφηγούμενος την μήνιν του "θεϊκού" αλλά θνητού Αχιλλέα, που οδηγεί στον θάνατο τον σύντροφό του τον Πάτροκλο και εντέλει και στον δικό του, πλέκει γύρω από αυτόν την αφήγηση της ζωής και της γενναιότητας των Αχαιών και των αλλότριων Τρώων το ίδιο: αφηγείται και τιμά τον Έκτορα, την Εκάβη, την Ανδρομάχη, τον Πάρι, πολεμιστές, βασιλείς, μάνες, πατεράδες, εσωτερικές αντιφάσεις, ζωές, πόνους, χαρές, φόβους. Πρόσωπα τόσο οικεία δικά μας (και δικά τους, των αρχαίων) όσο αυτά του Αγαμέμνονα, της Κλυταιμνήστρας, του Οδυσσέα, του Αίαντα.
Έκανε ετούτη η τομή δυνατό ό,τι ακολούθησε: τους τραγικούς, τις Τρωάδες, την Ελένη, τον Ηρόδοτο, τον Ξενοφώντα, (που κατέγραψαν τις συνήθειες και την ιστορία του τότε γνωστού κόσμου, τους Περσικούς πολέμους και από τις δυο πλευρές και τη μεγάλη ιστορία των Περσών), τον Αριστοτέλη αργότερα και τον μαθητή του τον Αλέξανδρο και τους Ελληνιστές. Όλοι επιχειρούν με το δικό τους φως, στηριγμένοι στην Ελληνική τους βεβαιότητα, να κατανοήσουν και να αφηγηθούν τον 'Αλλο. Αυτή η σιγουριά για τη δική τους ταυτότητα τους επιτρέπει την αβεβαιότητα, την αμφιβολία, την έρευνα, τη συμπάθεια, τη διαρκή προσπάθεια καταγραφής, αφήγησης, διάσωσης, κατανόησης της ψυχής, της φύσης των αισθημάτων, των όρων που ορίζουν τη συμπεριφορά του άλλου, του εκάστοτε άλλου, είτε εχθρού είτε φίλου. Τους έδωσε ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Και σε αυτούς και σε όσους συνέχισαν να βλέπουν με τα μάτια και την παιδεία τους για αιώνες μετά.
Είναι αυτή η τομή, καλή ή κακή δεν γνωρίζω, που έκανε τη διαφορά ισχύος ανάμεσα στον Δυτικό πολιτισμό και σε ό,τι προηγήθηκε. Αποτελεί το βασικό του όπλο νίκης, αλλά και διαχείρισης της ήττας, διάχυσης και εντέλει επικράτησης. Η προσπάθεια κατανόησης, η ψυχική δυνατότητα να μπεις στη θέση του άλλου, να τον συναισθανθείς και να τον ερμηνεύσεις όπως αισθάνεται αυτός, όπως σε βλέπει αυτός, ξεχνώντας για λίγο πώς αισθάνεσαι εσύ για εκείνον, μαθαίνοντας από αυτόν. Απαιτεί αυτό μια σιγουριά για τον εαυτό σου, τέτοια που να σου επιτρέπει να το κάνεις χωρίς φόβο ότι θα γίνεις εσύ οριστικά ο άλλος.
Όμως όσοι πολιτισμοί, και όσο το πετυχαίνουν αυτό, και για όσο το πετυχαίνουν αυτό, γίνονται ισχυρότεροι, στην ειρήνη και στον πόλεμο. Η ιστορία απέδειξε πως τους ανήκει το μέλλον. Γιατί μόνο αυτοί μπορούν να κατανοήσουν το παρελθόν και το παρόν, να το αναλύσουν, να το εκμεταλλευθούν, να μετακινηθούν από την οπτική τους, και τελικά αυτοί επιβιώνουν για να το αφηγηθούν.
Η δυσανάλογη έλλειψη αυτού του χαρακτηριστικού σε μεγάλο αριθμό των κατοίκων της σημερινής ελλαδικής χερσονήσου, που μιλούν παρά ταύτα μια διάλεκτο που προήλθε κατά κάποιον τρόπο από τη μακρά μετεξέλιξη της γλώσσας των αρχαίων, δεν είναι ευοίωνο χαρακτηριστικό. Είναι συγκριτικό μειονέκτημα στον βαθμό που υπερβαίνει δυσανάλογα την αντίστοιχη έλλειψη άλλων δυτικών εθνών. Είναι ένα, άδικο ίσως, επιχείρημα υπέρ όσων υποστηρίζουν την πολιτιστική ασυνέχεια των νεοελλήνων.
Ίσως να μην είναι έτσι. 'Ισως απλά να οφείλεται στη χρονικη υστέρηση της εθνικής τους συγκρότησης και τους φόβους που συνεπάγεται αυτό.
Ίσως όμως να προέρχεται και από κάτι άλλο. Από το βάρος να κουβαλούν (όπως κάθε έθνος) έναν εθνικό μύθο, που όμως στην περίπτωσή τους είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που μπορούν να αντέξουν. Σαν να μην μπορούν να ανταποκριθούν στον ρόλο που ονειρεύτηκαν γι' αυτούς κάποιοι άλλοι πριν τέσσερις - πέντε αιώνες, σαν να τους πέφτει κάπως βαρύς, κάπως μεγάλος. Η παράξενη και αντιφατική αίσθηση του Σιγισμούνδου: να ζεις στον ξύπνιο σου σαν να ζεις στο όνειρο κάποιου άλλου.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
* "Και τα όνειρα, όνειρα είναι...": από τον μονόλογο του πρίγκιπα Σιγισμούνδου στο "Η ζωή είναι όνειρο", του Καλδερόν Ντε λα Μπάρκα (1600-1681)
εικόνα: Pierre Puvis de Chavannes, The dream (1883)
Οι αρχαίοι Έλληνες με την Ιλιάδα εισάγουν μια ιδιομορφία της ενσυναίσθησης, που έγινε το κεντρικό σημείο αυτού που έκτοτε αποκαλούμε "Δυτικός πολιτισμός".
Tα ομηρικά έπη αποτελούν μία τομή. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι για πρώτη φορά ένας πολιτισμός, μια κοινότητα ανθρώπων, αισθάνεται την ανάγκη να παρατηρήσει, να αναλύσει, να αφηγηθεί, να κατανοήσει και να ιστορήσει επί ίσοις όροις την ανθρώπινη υπόσταση, την αξία, την ψυχή, τις επιλογές και τη μοίρα των αντιπάλων της. Ο Όμηρος, αφηγούμενος την μήνιν του "θεϊκού" αλλά θνητού Αχιλλέα, που οδηγεί στον θάνατο τον σύντροφό του τον Πάτροκλο και εντέλει και στον δικό του, πλέκει γύρω από αυτόν την αφήγηση της ζωής και της γενναιότητας των Αχαιών και των αλλότριων Τρώων το ίδιο: αφηγείται και τιμά τον Έκτορα, την Εκάβη, την Ανδρομάχη, τον Πάρι, πολεμιστές, βασιλείς, μάνες, πατεράδες, εσωτερικές αντιφάσεις, ζωές, πόνους, χαρές, φόβους. Πρόσωπα τόσο οικεία δικά μας (και δικά τους, των αρχαίων) όσο αυτά του Αγαμέμνονα, της Κλυταιμνήστρας, του Οδυσσέα, του Αίαντα.
Έκανε ετούτη η τομή δυνατό ό,τι ακολούθησε: τους τραγικούς, τις Τρωάδες, την Ελένη, τον Ηρόδοτο, τον Ξενοφώντα, (που κατέγραψαν τις συνήθειες και την ιστορία του τότε γνωστού κόσμου, τους Περσικούς πολέμους και από τις δυο πλευρές και τη μεγάλη ιστορία των Περσών), τον Αριστοτέλη αργότερα και τον μαθητή του τον Αλέξανδρο και τους Ελληνιστές. Όλοι επιχειρούν με το δικό τους φως, στηριγμένοι στην Ελληνική τους βεβαιότητα, να κατανοήσουν και να αφηγηθούν τον 'Αλλο. Αυτή η σιγουριά για τη δική τους ταυτότητα τους επιτρέπει την αβεβαιότητα, την αμφιβολία, την έρευνα, τη συμπάθεια, τη διαρκή προσπάθεια καταγραφής, αφήγησης, διάσωσης, κατανόησης της ψυχής, της φύσης των αισθημάτων, των όρων που ορίζουν τη συμπεριφορά του άλλου, του εκάστοτε άλλου, είτε εχθρού είτε φίλου. Τους έδωσε ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Και σε αυτούς και σε όσους συνέχισαν να βλέπουν με τα μάτια και την παιδεία τους για αιώνες μετά.
Είναι αυτή η τομή, καλή ή κακή δεν γνωρίζω, που έκανε τη διαφορά ισχύος ανάμεσα στον Δυτικό πολιτισμό και σε ό,τι προηγήθηκε. Αποτελεί το βασικό του όπλο νίκης, αλλά και διαχείρισης της ήττας, διάχυσης και εντέλει επικράτησης. Η προσπάθεια κατανόησης, η ψυχική δυνατότητα να μπεις στη θέση του άλλου, να τον συναισθανθείς και να τον ερμηνεύσεις όπως αισθάνεται αυτός, όπως σε βλέπει αυτός, ξεχνώντας για λίγο πώς αισθάνεσαι εσύ για εκείνον, μαθαίνοντας από αυτόν. Απαιτεί αυτό μια σιγουριά για τον εαυτό σου, τέτοια που να σου επιτρέπει να το κάνεις χωρίς φόβο ότι θα γίνεις εσύ οριστικά ο άλλος.
Όμως όσοι πολιτισμοί, και όσο το πετυχαίνουν αυτό, και για όσο το πετυχαίνουν αυτό, γίνονται ισχυρότεροι, στην ειρήνη και στον πόλεμο. Η ιστορία απέδειξε πως τους ανήκει το μέλλον. Γιατί μόνο αυτοί μπορούν να κατανοήσουν το παρελθόν και το παρόν, να το αναλύσουν, να το εκμεταλλευθούν, να μετακινηθούν από την οπτική τους, και τελικά αυτοί επιβιώνουν για να το αφηγηθούν.
Η δυσανάλογη έλλειψη αυτού του χαρακτηριστικού σε μεγάλο αριθμό των κατοίκων της σημερινής ελλαδικής χερσονήσου, που μιλούν παρά ταύτα μια διάλεκτο που προήλθε κατά κάποιον τρόπο από τη μακρά μετεξέλιξη της γλώσσας των αρχαίων, δεν είναι ευοίωνο χαρακτηριστικό. Είναι συγκριτικό μειονέκτημα στον βαθμό που υπερβαίνει δυσανάλογα την αντίστοιχη έλλειψη άλλων δυτικών εθνών. Είναι ένα, άδικο ίσως, επιχείρημα υπέρ όσων υποστηρίζουν την πολιτιστική ασυνέχεια των νεοελλήνων.
Ίσως να μην είναι έτσι. 'Ισως απλά να οφείλεται στη χρονικη υστέρηση της εθνικής τους συγκρότησης και τους φόβους που συνεπάγεται αυτό.
Ίσως όμως να προέρχεται και από κάτι άλλο. Από το βάρος να κουβαλούν (όπως κάθε έθνος) έναν εθνικό μύθο, που όμως στην περίπτωσή τους είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που μπορούν να αντέξουν. Σαν να μην μπορούν να ανταποκριθούν στον ρόλο που ονειρεύτηκαν γι' αυτούς κάποιοι άλλοι πριν τέσσερις - πέντε αιώνες, σαν να τους πέφτει κάπως βαρύς, κάπως μεγάλος. Η παράξενη και αντιφατική αίσθηση του Σιγισμούνδου: να ζεις στον ξύπνιο σου σαν να ζεις στο όνειρο κάποιου άλλου.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
* "Και τα όνειρα, όνειρα είναι...": από τον μονόλογο του πρίγκιπα Σιγισμούνδου στο "Η ζωή είναι όνειρο", του Καλδερόν Ντε λα Μπάρκα (1600-1681)
εικόνα: Pierre Puvis de Chavannes, The dream (1883)
No comments:
Post a Comment