Το βασικό πρόβλημα με ετούτη την εξουσία, όπως εξάλλου και με τις προηγούμενες, δεν είναι τόσο το τι κάνουν αυτοί όσο το τι λένε ότι πρέπει να κάνουμε εμείς σε σχέση με αυτό που κάνουν οι ίδιοι.
Μοιάζουν σαν εκείνους τους δεσποτάδες που κηρύσσουν την αγαμία, την αποχή, εμποδίζουν εγκληματικά και τη χρήση προφυλακτικών ακόμη, ενώ οι ίδιοι διατηρούν μόνιμες σχέσεις, ψάχνονται με γκομενάκια ή το ρίχνουν στις παρτουζίτσες.
Τίποτε από αυτά δεν είναι κακό καθαυτό, φυσικά, και σε καμία περίπτωση δεν αφορά το κράτος ή τη δημόσια σφαίρα. Καθένας έχει δικαίωμα να ζει ελεύθερα την προσωπική ζωή, να διαχειρίζεται την ερωτική του συμπεριφορά και διάθεση όπως θέλει. Εκείνο που είναι ανυπόφορο, ανήθικο και ατελέσφορο είναι άλλα να κάνεις και άλλα να διακηρύσσεις ότι πιστεύεις και μάλιστα όχι μόνο για τον εαυτό σου, αλλά να λες πως θέλεις να τα επιβάλεις και σε όλους τους άλλους.
Τουλάχιστον, αφού δεν μπορείς να μιλήσεις για την ελευθερία των ανθρώπων να δημιουργούν, να παράγουν πλούτο, να επιλέγουν μοντέλο ζωής, αφού δεν μπορείς να μιλήσεις για τον κύριο και μοναδικό ρόλο του κράτους ως ρυθμιστή αυτής της ελευθερίας ώστε να είναι διαθέσιμη σε όλους ως ευκαιρία, παιδεία και ασφάλεια, τουλάχιστον να σώπαινες και να μη μας πρήζεις με ηθικολογίες περί κέρδους, κακού καπιταλισμού, βάρβαρης Μέρκελ, κακιάς Ευρώπης, άγριων αγορών, κεφαλαιοκρατών και κερδοσκόπων.
Πώς να αντιληφθεί μετά ο κόσμος την ελεύθερη αγορά που υποτίθεται θα προωθήσεις; Πώς να πιστέψει ο απλός άνθρωπος ότι το να ζει ελεύθερα όπως διαλέγει τη ζωή του, να εργάζεται και να παράγει ελεύθερα, να επιχειρεί, να κερδίζει από τη δουλειά του, αυτό δηλαδή που φυσιολογικά κάνουν οι άνθρωποι, δεν είναι αμαρτία; Πώς να μη σε λυντσάρει τελικά ως αμαρτωλό όταν σε πιάνει να το κάνεις κι εσύ; Πώς να ξεφύγει από τον φθόνο που εσύ ο ίδιος καλλιεργείς; Πώς να ξεφύγει το πόπολο από τη διπλή υποκρισία σου, προς τον εαυτό σου και προς τους άλλους;
Η υποκρισία αυτή είναι τελικά το κύριο μέσο επιβίωσης μιας, πάντα και παντού ίδιας, αναχρονιστικής εξουσίας, μιας θεοκρατικής άρχουσας τάξης, μιας τάξης κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών-μουλάδων. Της δίνει τη δυνατότητα να επιβιώνει στην εξουσία αλλά την ευνουχίζει ταυτόχρονα. Δεν πείθει, όταν εξ ανάγκης επιχειρεί να επιβάλει τις αναγκαίες αλλαγές για να μην την πάρει ο διάβολος. Αυτό είναι το αδιέξοδό της. Και η τραγωδία μας.
Μοιάζουν σαν εκείνους τους δεσποτάδες που κηρύσσουν την αγαμία, την αποχή, εμποδίζουν εγκληματικά και τη χρήση προφυλακτικών ακόμη, ενώ οι ίδιοι διατηρούν μόνιμες σχέσεις, ψάχνονται με γκομενάκια ή το ρίχνουν στις παρτουζίτσες.
Τίποτε από αυτά δεν είναι κακό καθαυτό, φυσικά, και σε καμία περίπτωση δεν αφορά το κράτος ή τη δημόσια σφαίρα. Καθένας έχει δικαίωμα να ζει ελεύθερα την προσωπική ζωή, να διαχειρίζεται την ερωτική του συμπεριφορά και διάθεση όπως θέλει. Εκείνο που είναι ανυπόφορο, ανήθικο και ατελέσφορο είναι άλλα να κάνεις και άλλα να διακηρύσσεις ότι πιστεύεις και μάλιστα όχι μόνο για τον εαυτό σου, αλλά να λες πως θέλεις να τα επιβάλεις και σε όλους τους άλλους.
Τουλάχιστον, αφού δεν μπορείς να μιλήσεις για την ελευθερία των ανθρώπων να δημιουργούν, να παράγουν πλούτο, να επιλέγουν μοντέλο ζωής, αφού δεν μπορείς να μιλήσεις για τον κύριο και μοναδικό ρόλο του κράτους ως ρυθμιστή αυτής της ελευθερίας ώστε να είναι διαθέσιμη σε όλους ως ευκαιρία, παιδεία και ασφάλεια, τουλάχιστον να σώπαινες και να μη μας πρήζεις με ηθικολογίες περί κέρδους, κακού καπιταλισμού, βάρβαρης Μέρκελ, κακιάς Ευρώπης, άγριων αγορών, κεφαλαιοκρατών και κερδοσκόπων.
Πώς να αντιληφθεί μετά ο κόσμος την ελεύθερη αγορά που υποτίθεται θα προωθήσεις; Πώς να πιστέψει ο απλός άνθρωπος ότι το να ζει ελεύθερα όπως διαλέγει τη ζωή του, να εργάζεται και να παράγει ελεύθερα, να επιχειρεί, να κερδίζει από τη δουλειά του, αυτό δηλαδή που φυσιολογικά κάνουν οι άνθρωποι, δεν είναι αμαρτία; Πώς να μη σε λυντσάρει τελικά ως αμαρτωλό όταν σε πιάνει να το κάνεις κι εσύ; Πώς να ξεφύγει από τον φθόνο που εσύ ο ίδιος καλλιεργείς; Πώς να ξεφύγει το πόπολο από τη διπλή υποκρισία σου, προς τον εαυτό σου και προς τους άλλους;
Η υποκρισία αυτή είναι τελικά το κύριο μέσο επιβίωσης μιας, πάντα και παντού ίδιας, αναχρονιστικής εξουσίας, μιας θεοκρατικής άρχουσας τάξης, μιας τάξης κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών-μουλάδων. Της δίνει τη δυνατότητα να επιβιώνει στην εξουσία αλλά την ευνουχίζει ταυτόχρονα. Δεν πείθει, όταν εξ ανάγκης επιχειρεί να επιβάλει τις αναγκαίες αλλαγές για να μην την πάρει ο διάβολος. Αυτό είναι το αδιέξοδό της. Και η τραγωδία μας.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
No comments:
Post a Comment