Saturday, August 8, 2015

Ο παλιοχαρακτήρας


Share/Bookmark
Είσαστε σε δύσκολη θέση και έχετε ζοριστεί πολύ οικονομικά. Χρωστάτε 150 χιλιάρικα από δω κι από κει και δύσκολα τα φέρνετε βόλτα να πληρώνετε τις δόσεις με ένα μισθό 1.500 ευρώ που τσίμα-τσίμα με τα χίλια ζόρια καταφέρατε να φτάνει για τα έξοδά σας τα κάπως φουσκωμένα. Δεν καταφέρνετε να σκεφτείτε τρόπο για να αυξήσετε τα έσοδά σας, να πουλήσετε ένα χωραφάκι που κάθεται, να κάνετε καμιά δουλειά με τα λεφτά, για παράδειγμα, να σας αποδίδουν κάτι, να κόψετε και λίγο το χαρτζιλίκι στα αχαΐρευτά σας που αράζουν στις καφετέριες, και αισθάνεστε στο απροχώρητο.

Ώσπου εμφανίζεται ένας ξάδελφος με την παρέα του, σας χτυπάει την πόρτα και σας λέει πως έχει αυτός τον τρόπο, αν τον εξουσιοδοτήσετε να χειριστεί το θέμα μαζί με τα παλιόπαιδα τους φίλους του, να μειώσει ή ακόμη και να εξαφανίσει το χρέος σας. Πάνω στην απελπισία, του ανοίγετε και μπαίνει σπίτι σας και σας τουμπάρει. Για έξι μήνες στρογγυλοκάθεται στον οντά σας μαζί με την παρέα του, τρώει από το ψυγείο σας, μιλάει για πάρτη σας στις τράπεζες και τους δανειστές σας, σας πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, κάνει κουμάντο στη ζωή σας, μέχρι που ανακαλύπτετε πως εκεί που τα φέρνατε ίσα βάρκα ίσα νερά μπαίνετε και μέσα κάθε μήνα χωρίς τις πληρωμές του χρέους σας με τόσα στόματα παραπάνω να ταΐζετε, πως το ψυγείο έχει αδειάσει όπως και οι λογαριασμοί σας, ενώ η τράπεζα είναι έτοιμη να σας πετάξει από το σπίτι σας, μαζί με τον χαραμοφάη τον εξάδελφο. Ο οποίος, όταν καταλαβαίνει πως θα μείνει στον δρόμο κι αυτός μαζί με σας, τα βρίσκει με τους δανειστές σας, υποθηκεύει και το χωραφάκι που λέγαμε και ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει στο τσαρδί σας και σας φορτώνει και 85 χιλιάρικα χρέος παραπάνω. Για να μην σας κάνει το σπίτι γης μαδιάμ αυτός και η παρέα του, υπόσχεστε συγχώρεση αν τα καταφέρει και δεν σας πετάξουν από το σπίτι. Προκειμένου να μη βρεθείτε κι εσείς κι η οικογένειά σας, τα εργατικά και τα ανεπρόκοπα παιδιά σας κάτω από τη γέφυρα να ζητιανεύουν, κάνετε την ανάγκη φιλοτιμία και υπογράφετε ό,τι σας φέρνει, μπας και περισώσετε ό,τι απέμεινε από το βιος σας.

Κι εκεί που λέτε τώρα θα φύγει, να ξαποστάσω λίγο, να δω τι θα κάνω, πώς θα πορευτώ, αυτός κοντοστέκεται κι αρχίζει πάλι τα τσαλίμια με την παλιοπαρέα του. Θα κάνω τούτο, θα σου κάνω κείνο, θα πλουτίσουμε πάλι με κάποιο κόλπο, κάποια μπαγαμποντιά, θα τ’ αρπάξουμε από την τράπεζα, από τον γείτονα, απ’ τη σημαία.

Κι εσείς νοιώθετε ξανά την αδυναμία σας, να μπαλαντζάρετε ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα της ζωής σας και στις υποσχέσεις του τσολιού. Γιατί κανείς δεν βρίσκεται να σας προτείνει κάτι καλύτερο, κάτι χειροπιαστό, κάτι από το οποίο να μπορείτε να ζήσετε καλά αν δουλέψετε σωστά, κάτι με αρχή μέση και τέλος. "Βρε", λες και πάλι μέσα σου, "λες να τον πιάσω τον λαχνό με τούτον δω;" Φυσικά, ξέρετε κατά βάθος πως δεν πρόκειται να πιάσετε κανέναν λαχνό αν δεν βάλετε τον κώλο κάτω και τη φαντασία να δουλέψει. Ξέρετε πως ακόμη κι αν ο τυχοδιώκτης ξάδελφος διώξει την παρέα του και βρει άλλο παρεάκι πιο καλό, πάλι θα σας τη φέρει, γιατί είναι αυτό που ήταν πάντα, ένας παλιοχαρακτήρας.

Αλλά πώς να γίνει; πώς να αποδεχτείτε πως σας την έφεραν; πώς να τα βάλετε με τα ανεπρόκοπα παιδιά σας; πού να βρείτε τη δύναμη να νικήσετε αυτόν τον διάολο μέσα σας, που σας τριγυρνάει και σας σπιρουνιάζει να αφεθείτε στη μοίρα σας;

Δύσκολο αν δεν ερωτευτείτε τυχερά, αν δεν βρεθεί μια καπάτσα γυναίκα ή άντρας στη ζωή σας να αγαπήσετε, να σας καβαλήσει ο έρωτας, να το πάρει (και να σας πάρει) πάνω του.

Γιώργος Γιαννούλης Γιαννουλόπουλος



No comments:

Post a Comment