Monday, December 24, 2018

Magic city


Share/Bookmark
Πάνω στον αρχαίο Ναό της Αφροδίτης ο υπέροχος κατανυκτικός ναός του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων του 16ου αιώνα ακόμη μοσχοβολάει για λόγους ανεξιχνίαστους τα αρώματα της αρχαίας Θεάς, ανάμεσα στους κίονες και τα κιονόκρανα, που σήμερα καμπανίζει χαρμόσυνα τη γέννηση του Βρέφους των χριστιανών. Ίσως μυρίζει ακόμη γιατί οι γυναίκες πάντα αφήνουν το άρωμα τους ανεξίτηλο. Όπως κι οι γάτες.
Κιγκλιδώματα που είναι σκιές, όπως οι πιο πολλοί φράχτες και τείχη, παράθυρα που δεν ξεχωρίζουν αν είναι ζωγραφιστά, μπίλιες στα δέντρα που δεν τις έβαλε κανείς...
Κάτω από τη μεγάλη λάμπα.

Στην Αθήνα τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και τίποτα δεν φαίνεται ακριβώς όπως είναι.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος























Friday, December 14, 2018

Οι δύο άσπονδες Ελλάδες


Share/Bookmark
Νομίζω πως διακρίνω τα παράλληλα αισθήματα λατρείας και μίσους που δημιουργεί η σύγχρονη Ελλάς, σε όλα τα άκρα.

Αν το δει κανείς από απόσταση, πρόκειται για δύο ιδεατές χώρες που συνυπάρχουν.

Μια νεομεσαιωνική αναρχολιμπερτάριαν, χωρίς εφαρμοσμένο νόμο, όπου καθένας κάνει ό,τι γουστάρει. Χτίζει όπου γουστάρει, κλέβει όποιον γουστάρει, αντεπιτίθεται όπως γουστάρει, δέρνει, καίει, σπάει ό,τι γουστάρει, δουλεύει μαύρα, λειτουργεί μαύρα, επιχειρήσεις, ζωές, κάνει σεξ όπως γουστάρει και όπου γουστάρει αλλά και βιάζει ακόμη όποτε τούρθει, τρώει ό,τι και όποτε θέλει, πουλάει λαθραία και μη, παίρνει ό,τι φάρμακα θέλει, βρίσκει ό,τι ναρκωτικά θέλει κ.ο.κ. αρκεί να ανήκει στους ισχυρότερους, σε σόι. Σε αυτή την Ελλάδα ισχύει ο νόμος του ισχυρότερου, του υγιέστερου, το νεώτερου, του πιο μαφιόζου και καπάτσου, του πιο εύρωστου, αυτού πούχει το μακρύτερο λοστάρι ή το γρηγορότερο καλάσνικοφ, ή έστω τις καλύτερες άκρες και ανήκει στο ισχυρότερο σόι.

Αυτή είναι η ελευθερία μερικών που καταβροχθίζει, εξαλείφει την ελευθερία όλων των άλλων, που με τη σειρά τους όσο και όποτε μπορούν οργανώνονται σε ομάδες και συντεχνίες, που τις καλούν συλλογικότητες, για να επιβιώσουν, διαφορετικά σβήνουν κυριολεκτικά. Το δυστοπικό λιμπερταριακό όραμα.

Και υπάρχει και μια άλλη παράλληλη Ελλάς, κομμουνιστική. Ένα κράτος που υποκρίνεται ότι ψηφίζει νόμους κι ακόμη περισσότερο ότι τους εφαρμόζει, ότι παρέχει δικαιοσύνη σε όλους με κόστος και χρόνους που την κάνουν καθολική, κοινωνική προστασία του πιο αδύναμου, ασφάλεια για όλους, προστασία της ιδιοκτησίας, της ζωής, του περιβάλλοντος, χωροθέτηση, κυκλοφορία, δρόμους, μεταφορές υποδομές. Υποδύεται το κράτος με όλα του τα εξαρτήματα που έχουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και τους τίτλους, αλλά δεν λειτουργούν, ούτε στο 10%. Και πληρώνεται διπλά για να φτιάχνει νόμους και να τους εφαρμόζει αλλά και για να κάνει τα στραβά μάτια στους νόμους και τις ρυθμίσεις που το ίδιο θεσπίζει.

Όμως εισπράττει τα λεφτά για να συντηρήσει τα κρατικά σόγια που το έχουν ιδιοποιηθεί, από την αναρχοκαπιταλιστική Ελλάδα, που έτσι εξαγοράζει την ατιμωρησία της και εξακολουθεί να λειτουργεί άνομη, άδικη, αντιπαραγωγική κι ασύδοτη. Από τη μια ένα κράτος μαφιόζος, που πουλάει προστασία από τον νόμο που αποφασίζει κι εκπροσωπεί ο ίδιος, κι από την άλλη μια αναρχοκαπιταλιστική δυστοπία.

Οι δύο αυτές Ελλάδας μισιούνται και λατρεύονται, γιατί η μια δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την άλλη. Χωρίς τη συνενοχή, τη στήριξη και την αέναη διαπάλη τους θα καταρρεύσουν αγκαλιασμένες. Μαζί με τους μηχανισμούς και τα σόγια που τις διαφεντεύουν, εις βάρος των κολίγων, που υποδύονται τους πολίτες. Τόσο καλά κι αυτοί, που έχουν φτάσει μερικοί να το πιστέψουν και να παίρνουν στα σοβαρά θεσμούς, δικαιώματα, ελευθερίες κι ευθύνες.

Είναι το σημείο που αρχίζουν οι ταραχές και η αμφισβήτηση του άσπονδου δίδυμου της αναρχοκαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Ελλάδος. Τότε είναι που οι δύο Ελλάδες ενώνονται αδελφικά για να το καταπνίξουν έντρομες. Αυτό το παράδοξο κοινωνικοοικονομικό καθεστώς εξηγεί και τις πολιτικές της συγκυρίες και συμμαχίες. Ιδίως, πολύ καθαρά, τις τρέχουσες των τελευταίων ετών.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


Φλερτ και νεοπουριτανισμός


Share/Bookmark
Μην τρελαθούμε εντελώς.
Δεν μπορεί να κανονικοποιηθεί με λεπτομερείς οδηγίες χρήσης το φλερτ. Από τη φύση του είναι επινόηση, φαντασία, καλή διάθεση.

Σε άλλες εποχές γίνονταν με τα μάτια, με το κούνημα της βεντάλιας στις εκκλησίες, με το στρίψιμο του μουστακιού, με ένα χαμόγελο, με ένα κέρασμα, μια πρόσκληση, ένα γράμμα, ένα μαντήλι, με ένα δώρο, με χειρονομίες, με υπονοούμενα, κλπ κλπ.

Με άπειρους τρόπους.

Που περιλάμβαναν και την άρνηση και σε κάποιον βαθμό την επιμονή, μέχρι ένα σημείο που ήταν μέρος των κωδίκων επικοινωνίας και της ανταλλαγής μηνυμάτων.

Είναι μέρος της ζωής.

Κάθε εποχή και κοινωνία επινοεί άλλους κώδικες και βάζει αλλού το όριο και με άλλον τρόπο, της οριστικής άρνησης που παύει να είναι μέρος του παιχνιδιού και το τελειώνει.

Σε άλλες εποχές είχαν διακεκριμένο ρόλο μεσάζοντες, υπηρέτες, συγγενείς, φίλοι ή προξενήτρες.

Σήμερα ζούμε μια μεταβατική περίοδο σε μια fusion κωδίκων από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, με άλλες αντιλήψεις, θρησκείες ή μη θρησκείες, ιδεολογίες, συμπεριφορές, που παλιότερα δεν ανακατεύονταν. Γιατί ήταν διακριτά και κάθε κοινωνικό στρώμα είχε τους δικούς του περιοριστικούς κώδικες. Άλλους οι αστοί, οι ευγενείς, οι πλούσιοι, οι φτωχοί, οι καθολικοί, οι προτεστάντες, οι Εβραίοι κλπ.

Η διαταξική και διαστρωματική κινητικότητα του έρωτα στην εποχή των κοινωνικών δικτύων, του παγκόσμιου χωριού, δημιουργεί προβλήματα επικοινωνίας και κατανόησης. Είτε το αντικείμενο του φλερτ είναι άνδρας είτε γυναίκα.

Λύνεται αυτό με μια λεπτομερή νομική κωδικοποίηση; Γνώμη μου είναι πως όχι. Μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει. Μπορεί να λυθεί με προξενήτρες ή γραπτές συναινέσεις; Δεν πιστεύω.

Χρειάζεται κανείς μηχανισμούς προστασίας από την επιμονή όταν συνεχίζει πέρα από το όριο της οριστικής άρνησης και, φυσικά, από την βία κάθε μορφής, λεκτική, φυσική, απειλές, προσβολές; Ναι, και πρέπει να την έχει.

Χρειάζεται όμως και κατανόηση από καθεμία και κάθε έναν πως, μέχρι αυτό το όριο, το φλερτ είναι κάτι φυσικό και μέρος της ζωής. Ότι είναι φυσικό να μας φλερτάρουν και εξίσου φυσικό να το αποκρούουμε αν δεν μας ενδιαφέρει ή να ενδίδουμε ή να φλερτάρουμε και εμείς.

Και όταν βάζουμε το όριο καθαρά να απαιτούμε να γίνει σεβαστό. Αλλά οφείλουμε να κάνουμε την προσπάθεια να βάλουμε το όριο καθαρά. Και να το ξεχάσουμε εφόσον έγινε σαφές και το παιχνίδι σταμάτησε εκεί.

Είναι τόσο φυσικό όσο το να περπατάμε, να τρώμε, να κοιμόμαστε, να επικοινωνούμε. Και όταν γίνεται με μέτρο και με τρόπο είναι εξίσου απολαυστικό, όσο ένα καλό φαγητό. Όταν γίνεται άσχημα, όσο μια βαρυστομαχιά ή μια δηλητηρίαση. Μόνο που αυτό το δεύτερο είναι η εξαίρεση, όχι ο κανόνας.

Δεν είναι λύση ο νεοπουριτανισμός. Ούτε η δημιουργία λεπτομερών αποστειρωμένων κανόνων, που αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε νέα εγκλήματα, εκβιασμούς, απειλές για φανταστικά γεγονότα. Και θα εισάγουν τον τρόμο αντί για την εμπιστοσύνη στις ανθρώπινες ερωτικές σχέσεις.

Και να μην ξεχνάμε ποτέ ότι η καλύτερη άμυνα είναι το χιούμορ. Και απέναντι στις εμμονές τρίτων και απέναντι στα δικά μας κολλήματα.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος





Tuesday, December 11, 2018

Η νεοελληνική λατρεία της βίας


Share/Bookmark
Η νεοελληνική κοινωνία λατρεύει τη βία. Εδώ και δυο γενιές έχει τόσο εθιστεί σε αυτήν που ερεθίζεται με την υπόμνησή της.

Τι θυμάται περισσότερο; τι επιλέγει να την συγκινεί σε κάθε επέτειο; να μετατρέπει σε γεγονός μνημοσύνης;

Δολοφονίες, θανάτους, βίαια γεγονότα. 

Ενδεικτικά: Καποδίστριας, Μπελογιάννης, Λαμπράκης, Μπακογιάννης, Φύσσας, Γρηγορόπουλος, Κοτσιφάς, Αξαρλιάν, Μαρφίν, η κοπέλα στη Ρόδο τώρα, Ζακ και άλλοι και άλλοι, ων ουκ έστιν αριθμός.

Ποιος ασχολείται με τα θετικά επιτεύγματα κάποιων από αυτά τα πρόσωπα, ποιος τα ανακαλεί; Ή εστω τις αστοχίες και τα αρνητικά τους εν ζωή;

Το ίδιο με τα ιστορικά γεγονότα. Ανακαλεί τη βίαιη όψη των πολέμων, των εξεγέρσεων, των επαναστάσεων. Του '21, της Μικρασίας, του '40, του Πολυτεχνείου κοκ. Όχι την ανθρώπινη, τη θετική ή, έστω, αυτό στο οποίο αστόχησαν. Ακόμη και στις θρησκευτικές γιορτές λατρεύει τους μάρτυρες και τα μαρτύρια περισσότερο από τη λύτρωση.

Φυσικά είναι όλα αυτά τα περιστατικά, γεγονότα και πρόσωπα πολύ διαφορετικά αλλά, εν προκειμένω, δεν είναι αυτό το θέμα της συζήτησής μας. Έχουν κάτι κοινό, έναν κοινό παρονομαστή. Είναι ότι αυτά τα βίαια περιστατικά στοιχειώνουν τις μνήμες, ερεθίζουν τη φαντασία, προκαλούν μια συναισθηματική διέγερση στον κόσμο και σταδιακά καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο στο θυμικό και στην σκέψη του. Ανακαλούνται διαρκώς, μαρκάρουν το ημερολόγιο και τον χρόνο των ημερών μας, περισσότερο από κάθε τι άλλο. Καλύπτουν οτιδήποτε θετικό. Κάθε έργο της ειρήνης, κάθε μη βίαιη πράξη, έρωτα, δημιουργία, γεννήσεις, επιτυχίες, προσπάθειες νίκες.

Επικρατούν στο θυμικό και στο ημερολόγιο δολοφονίες, φόνοι, εγκλήματα, θάνατοι, βιασμοί, δίκαια ή άδικα δεν έχει σημασία.

Λες και δεν υπάρχουν, δεν έχουν συμβεί και δεν συμβαίνουν καθημερινά, άλλα γεγονότα, γεννήσεις σημαντικών ανθρώπων, επιτεύγματα, νίκες, επιτυχίες, πρόοδος. Η Ελληνική κοινωνία μένει αδιάφορη, αγνοεί και λησμονεί, όταν δεν κακολογεί ζηλόφθονα, τα θετικά τοπόσημα της μνήμης. Αυτά και αυτοί που την μετέτρεψαν από μια κοινωνία κατσαπλιάδων, φτωχή και οπισθοδρομική, σε μια χώρα με ένα συγκριτικά καλό επίπεδο ζωής, σε πολίτες που προοδεύουν σε όλο τον κόσμο, με τις σοβαρές φυσικά προκλήσεις και δυσκολίες της. Λες και δεν είχε επιτυχίες, θετικές προσπάθειες που καρποφόρησαν και απέδωσαν, που μπορούν να συμπυκνωθούν σε γεγονότα και σε πρόσωπα.

Αντ' αυτού, κάθε μέρα αναθυμάται έναν φόνο, ένα έγκλημα, μια δολοφονία. Το ημερολόγιο μετατρέπεται σε μια αέναη σειρά βίαιων μνημών που ερεθίζουν το θυμικό των νεοελλήνων, τις συζητούν, τις αναμασούν, φτιάχνονται να τσακώνονται βίαια για αυτές, ανεβάζουν αδρεναλίνη, ντοπαμίνη, μετατρέπεται ο συναισθηματικός τους κόσμος σε μια πηγή βίας που καθορίζει το λογικό τους. Εθίζονται, εν τέλει επιζητούν τη βία όπως το πρεζόνι την πρέζα. Η συζήτηση έτσι καταλαμβάνεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από μια βίαιη θεματολογία. Ακόμη και η γλώσσα.

Χωρίς να το καταλαβαίνουν οι Έλληνες, αναμασώντας την διαρκώς, κοιτώντας από την κλειδαρότρυπα, πολεμώντας την με άλλη τόση βία, μετατρέπουν τη βία σε κανονικότητα. Μέχρι που κάποια στιγμή, όχι αργά, αν τούτο δεν ανατραπεί, αν δεν μεταφέρουμε την κουβέντα στη χαρά της ζωής, στις επιτυχίες της, μας καταπίνει ατομικά και θα μας αφανίσει.


Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος