Wednesday, June 13, 2018

Πώς έγινε "της Κορέας"


Share/Bookmark



Η θεαματική συνάντηση Τραμπ – Κιμ υπήρξε πράγματι μια επιτυχία και για τους δυο. Για λόγους κάπως διαφορετικούς από αυτούς που φαίνονται, όπως πάντα.

Στόχος του βορειοκορεάτικου καθεστώτος, μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, υπήρξε η επιβίωσή του. Μετά τον πόλεμο της Κορέας, το βόρειο μέρος της χερσονήσου υπήρξε για καιρό πιο ανεπτυγμένο βιομηχανικά από το νότιο και σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, με υψηλότερο επίπεδο ζωής. Σε αυτά τα επίπεδα παραγωγής και εξειδίκευσης, για την ανόρθωσης της οικονομίας μετά τον καταστροφικό πόλεμο, με πρόσβαση στις σοβιετικές και κινέζικες τεχνολογίες, ο κομμουνισμός λειτουργούσε ανεκτά, ίσως και καλύτερα από τον καπιταλιστικό αυταρχισμό στον νότο, που, με παρόμοιο per capita, λόγω των ακραίων ανισοτήτων έσπρωχνε στο περιθώριο μεγάλες μάζες του πληθυσμού. Ο νότος για δυο δεκαετίες, υπέφερε από πείνα, φτώχεια, δικτατορίες ενώ ο βορράς, με παρόμοιο per capita, διέθετε καλύτερη περίθαλψη, διατροφή, παιδεία για το σύνολο του πληθυσμού. Η κατάσταση αναστράφηκε σταδιακά γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '70. Ο καπιταλισμός και η ελεύθερη αγορά έκαναν το θαύμα τους, όμως, γιατί μαζί με την ανάπτυξη, μετά το τέλος των πέτρινων μεταπολεμικών χρόνων ήρθε και η Δημοκρατία και τα δικαιώματα, που απελευθέρωσαν τη δημιουργικότητα και τα ταλέντα του κορεάτικου λαού. Ο βορράς, που πρέπει να σημειωθεί κατοικείται από έναν πληθυσμό εξίσου επιχειρηματικό, πειθαρχημένο, δημιουργικό και καινοτόμο με τον νότο, σταδιακά είδε το οικονομικό του μοντέλο να αποσαθρώνεται ελλείψει διεθνούς εμπορίου, βιομηχανικών μηχανημάτων και ανταλλακτικών, λιπασμάτων, σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας της γης κλπ.

Ο βορράς ακολούθησε μια φθίνουσα πορεία, η οποία επιταχύνθηκε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, βασικού υποστηρικτή και οικονομικού εταίρου. Απόμεινε η συνοριακή Κίνα, την επεκτατική διάθεση, οικονομική και πολιτική, και την απορρόφηση από την οποία, όμως, οι βορειοκορεάτες φοβούνται, όσο τουλάχιστον και τη Δύση, ενώ αισθάνονται εγγύτεροι στους ομοεθνείς νότιους γείτονές τους.

Ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις ισορρόπησαν οι τρεις δεσποτικές γενιές των Κιμ. Τα πυρηνικά όπλα γι' αυτούς ήταν η εγγύηση ότι το καθεστώς τους δεν θα καταλήξει όπως αυτό του Καντάφι ή του Τσαουσέσκου. Ταυτόχρονα ήταν και είναι το διαπραγματευτικό τους χαρτί με τη Δύση (και όχι μόνο).

Η προσέγγιση με την ομοεθνή Νότια Κορέα ήταν στρατηγικός στόχος του καθεστώτος και ο τερματισμός της εμπόλεμης κατάστασης, υπό μια προϋπόθεση: την εξασφάλιση της επιβίωσης της δεσποτικής δυναστείας. Ο πατέρας του τωρινού Κιμ, ο Κιμ Γιονγ Ιλ, την επιχείρησε στα τέλη της δεκαετίας του '90 και αρχές του 2000, με έναν άλλο νοτιοκορεάτη Πρόεδρο που ήταν υπέρ της προσέγγισης, όπως και ο τωρινός, και την επιφυλακτική υποστήριξη των ΗΠΑ του Μπιλ Κλίντον. Πολλά ταξίδια και συζητήσεις είχαν γίνει λαμβάνοντας υπόψη και την εμπειρία της Γερμανικής επανένωσης, όπως και αυτήν του Χονγκ Κονγκ με το Πεκίνο: ένα κράτος, δυο συστήματα. Η προσέγγιση αυτή διακόπηκε απότομα το 2002 με την απροσδόκητη δήλωση του George Bush του νεώτερου, για τον περίφημο "άξονα του κακού", που για ακατανόητους λόγους, έβαλε στο ίδιο καλάθι το Ιράκ, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα. Παραδόξως, ήταν το γεράκι Tim Bolton, τότε υφυπουργός εξωτερικών του Bush και σημερινός Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Τραμπ, που ενέταξε αμέσως μετά και άλλες τρεις χώρες στον άξονα του κακού, τη Λιβύη, τη Συρία και την Κούβα, με τις οποίες η ιστορία είναι γνωστή. 

Στόχος του Κιμ, που είναι περισσότερο έξυπνος από όσο του φαίνεται, ήταν εξαρχής η διαπραγμάτευση στο ανώτατο δυνατό επίπεδο, από θέση μεγαλύτερης ισχύος, δηλαδή με ένα προχωρημένο πυρηνικό πρόγραμμα, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωση του καθεστώτος του ή, καλύτερα, του ιδίου και της δυναστείας του (λίγο θα τον ενδιέφερε να επιβιώσει το καθεστώς χωρίς αυτόν). Είναι στα 30 του και έχει φυσιολογικά τουλάχιστον καμιά 30ριά χρόνια ακόμη μπροστά του να κυβερνήσει.

Συγκεκριμένα επιδίωκε τρία βασικά πράγματα, έναντι της εγκατάλειψης των πυρηνικών του φιλοδοξιών:

α) την αποδοχή από τη διεθνή κοινότητα ως ισότιμου συνομιλητή και την έξοδο από το καθεστώς του κράτους – παρία, που βρίσκεται υπό διπλωματικό αποκλεισμό και κανείς δεν το αναγνωρίζει ως συνομιλητή, 

β) την άρση των οικονομικών κυρώσεων εναντίον της χώρας του, ώστε ενδεχόμενα το δεσποτικό του μοντέλο να μπορέσει να υιοθετήσει ένα σύστημα τύπου Κίνας σε μια Κορέα δυο συστημάτων,

γ) την άρση της στρατιωτικής πίεσης απέναντι στη χώρα του και την εξασφάλιση εγγυήσεων από τις ΗΠΑ για το καθεστώς του, περιλαμβανομένης της αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων. Αυτό το τελευταίο είναι το πιο φιλόδοξο, αυτό που δεν έχει ξαναγίνει, οι ΗΠΑ, όχι απλά να ανεχθούν μέχρι να το ανατρέψει ο λαός του, αλλά να εγγυηθούν την ασφάλεια ενός δεσποτικού νεοκομμουνιστικού καθεστώτος, με αντάλλαγμα να μην τους ανταγωνιστεί στρατιωτικά. 

Τα πέτυχε και τα τρία, μια και βρίσκονται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης έναντι της σταδιακής αποπυρηνικοποίησης της Β. Κορέας.

Οι ΗΠΑ εδώ και χρόνια επιδίωκαν την άνευ όρων αποπυρηνικοποίηση της Β. Κορέας. Ο κ. Τραμπ όμως είχε άλλους στόχους. Η πολιτική του επιβίωση εξαρτάται από τις φετινές εκλογές για το Κογκρέσο, όπου μια σαρωτική ήττα των Ρεπουμπλικανών, σε συνδυασμό με το ρώσικο και τα άλλα σκάνδαλα που τον τριγυρίζουν, θα σήμαινε ενδεχόμενα το τέλος της Προεδρίας του. Στρατηγικά ο κ. Τραμπ επιδιώκει επίσης την απόσυρση των ΗΠΑ από τη Διεθνή πολιτική, και την προστασία των στενά νοούμενων εθνικών συμφερόντων. Από αυτή την άποψη βρίσκεται στον αντίποδα της αμερικανικής πολιτικής Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων των τελευταίων 80 χρόνων, μετά το τέλος του αμερικανικού απομονωτισμού του 19ου αιώνα, που δυο φορές οδήγησε σε δυο παγκόσμιους πολέμους, στους οποίους τελικά αναγκάστηκε να αναμειχθεί καθυστερημένα. Η επιδίωξη αυτή βέβαια έρχεται σε αντίφαση με την επιδίωξη της παγκόσμιας ηγεμονίας και αποδοχής μονομερών αποφάσεων των ΗΠΑ. Εάν οι ΗΠΑ δεν μπορούν ή αρνούνται να λειτουργήσουν ως εγγυητής της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων και της ασφάλειας της Δύσης, εάν εγκαταλείψουν τις συμμαχίες αρχών, τότε μετατρέπονται σε έναν ακόμη κοινό παίκτη του Διεθνούς συστήματος, που θα πρέπει να συνηθίσει ότι πολλοί άλλοι θα του λένε κάθε φορά "όχι". Μόνοι ή συνασπισμένοι.

Ο κ. Τραμπ, παρόλα αυτά, πέτυχε επίσης τις επιδιώξεις του:

α) εξασφάλισε μια διπλωματική επιτυχία, παραχωρώντας στον Κιμ αυτά που αποζητούσε και λίγο παραπάνω: μπήκε στο τραπέζι η συζήτηση εγγύησης από τις ΗΠΑ της ασφάλειας ενός δεσποτικού καθεστώτος (ακούγεται ακόμη και της αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από την Ν. Κορέα).

β) πέτυχε μια νίκη στην κατεύθυνση που αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τη χώρα του: ένα βήμα προς την απομόνωση, την στενή έμφαση στο άμεσο και όχι στο μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον, με την ιδέα ότι έτσι η Αμερική θα γίνει και πάλι σπουδαία. Για ένα μέρος του αμερικανικού εκλογικού σώματος όμως, αυτό που πάντα βλέπει το άμεσο, όχι το μακροπρόθεσμο, που βλέπει το τυρί αλλά όχι τη φάκα. Όχι για την οικονομία της σε βάθος χρόνου, που είναι συνυφασμένη με την ευρύτερη επιρροή της στον πλανήτη και την εγγύηση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, ούτε για τις αρχές που η μεγάλη αυτή χώρα υπερασπίστηκε, ούτε για τους ανταγωνιστικούς και καινοτόμους τομείς της οικονομίας της, ούτε για τους συμμάχους της και την υπόλοιπη ανθρωπότητα, που παρακολουθεί απορημένη κι έκπληκτη την απόπειρα αυτοεγκλεισμού του μεγάλου αυτού Έθνους, ακριβώς στην στιγμή της μέγιστης ακμής του.

Παράπλευρα, φαίνεται ότι απομακρύνθηκε ο κίνδυνος μιας άμεσης σύγκρουσης με τη Β. Κορέα, ή , αν τα πράγματα στραβώσουν απότομα ή κολλήσουν κάπου, μπορεί να ήρθε πιο κοντά.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος




No comments:

Post a Comment