Friday, September 6, 2013

Η απελπισία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι


Share/Bookmark
 Όλοι γνωρίζουμε πως η κατάρρευση είχε ωριμάσει σταδιακά με την αδυναμία πραγματοποίησης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων (γνωστών σε όλους εδώ και χρόνια από τις εκθέσεις όλων των Διεθνών Οργανισμών) από το εξαντλημένο, πελατειακό και βαθιά διεφθαρμένο ΠΑΣΟΚ του 2000 – 2004. Θεμελιώδης αποτυχία κι ατολμία στο συνταξιοδοτικό, σύστημα υγείας, αγορά εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις, ανεξαρτησία δημόσιας διοίκησης, δικαιοσύνη, ΔΕΚΟ... 
Γνωρίζουμε ακόμη ότι  στην καμπή του 2004, όπου η χώρα ήταν έτοιμη για ριζικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις και η κοινωνία ψήφισε γι' αυτές, η «παρέα» των κ.κ.  Καραμανλή, Παυλόπουλου, Αλογοσκούφη της ΝΔ συμπεριφέρθηκε με τον πλέον τυχοδιωκτικό τρόπο. Διόρισε κι άλλους (πολλούς), μοίρασε απερίσκεπτα λεφτά παντού, από τους κατά φαντασίαν αγρότες ως την επιχορήγηση με λεφτά των Δημοσίων Επενδύσων της αγοράς κλιματιστικών κι αυτοκινήτων!!! που χαροποίησε τις Ιαπωνικές βιομηχανίες και μερικούς Έλληνες μεταπράτες. Πίστεψε πως εξαγόρασε τις τύψεις της για τις καταστροφικές πυρκαγιές με τα χαρισμένα δανεικά πεντοχίλιαρα σε οποιον δήλωνε πυρόπληκτος. Αποδιοργάνωσε ό,τι είχε κάπως οργανωθεί (ακριβά) στο κράτος υπό την πίεση των Ολυμπιακών (την αστυνομία, την πυροσβεστική...) Οργάνωσε το μεγάλο κόλπο των τραπεζών για να βάλει χέρι στις καταθέσεις των Ελλήνων (και όχι μόνο) μέσω των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου. Έτσι αμόλησε συνειδητά τις π@@@ριές της "θωρακισμένης οικονομίας" και είπε ψέματα στην Ε.Ε. και στον κόσμο όλο για λίγες εβδομάδες, λίγες μέρες, λίγες ώρες εξουσίας ακόμη.
Γνωρίζουμε επίσης ότι όλα αυτά ήταν ήδη γνωστά στο ΠΑΣΟΚ και την ΝΔ πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση. Κι ενώ όλοι κοιτούσαν τρομαγμένοι το τσουνάμι νάρχεται και οι Ευρωπαίοι χτυπούσαν κατ' ιδίαν, αρχικά, καμπανάκια και μετά σήμαντρα, ο χαζοχαρούμενος κ. Παπανδρέου προτίμησε να κερδίσει τις εκλογές, που θα κέρδιζε έτσι κι αλλιώς, αυτοαιχμαλωτιζόμενος με το "λεφτά υπάρχουν" (ακολουθώντας τις σοφές συμβουλές του κ. Γερουλάνου) και να συνεχίσει εγκληματικά με αυτό το ακυρωμένο ξόρκι μερικούς κρίσιμους μήνες.
Απέναντι στη χαζοχαρούμενη και κάπως μετακαλβινιστική ρητορεία του κ. Παπανδρέου και τις φτηνιάρικες δικολαβίστικες ρητορείες του κ. Βενιζέλου ακολούθησε η τσολίστικη συμπεριφορά του αντιμνημονιακού άχαρου κ. Σαμαρά. Ποιος δεν μπορεί να φανταστεί τη χαρά του κάθε φορά που κατατρόμαζε τον ελαφρώς αλλοπαρμένο πρώην πρωθυπουργό, όταν στέκονταν απέναντι σε κάθε μέτρο που ίσως έφερνε μια αλλαγή; Τρομάζοντας επίσης τους επενδυτές και την Ευρώπη και δίνοντας αέρα στις συντεχνίες. Τα ίδια μέτρα που ήξερε ότι θα κληθεί να εφαρμόσει. Και μετά ήρθε η θεαματική κωλοτούμπα για να καταλήξει πρωθυπουργός. Διάδοχος δύο πρωθυπουργών καλύτερων από τον ίδιο, του τεχνοκράτη κ. Παπαδήμου και του μη πολιτικού κ. Πικραμμένου, τους οποίους και ο ίδιος και οι απέναντι φρόντισαν να αποδομήσουν. Με τα απόνερα της ρητορείας του, από Ζάππειο σε Ζάππειο, έφτιαξε τους Καμμένους κι έδωσε χώρο και λόγο στους τόσο συμφέροντες για τον ίδιο Τσίπρες.
Αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι, λοιπόν, μαζεύονται και ξαναμαζεύονται και συνωστίζονται και ιδρώνουν, ξιδρώνουν και στριμώχνονται και προσπαθούν και διαγκωνίζονται για να πείσουν πως θα τα αλλάξουν όλα, ενώ το μόνο σχέδιο που έχουν είναι η ανέμπνευστη λογιστική προσέγγιση της Τρόικας, η οποία φυσικά και δεν μπορεί να τους πάρει στα σοβαρά. Οι Ευρωπαίοι διαπραγματεύονται σκληρά, αλλά διαπραγματεύονται, και συμβιβάζονται όταν αντιμετωπίζουν επιχειρήματα, εναλλακτικές προτάσεις, σχέδιο. Κανείς δεν θέλει μια χώρα ζητιάνα στην αυλή του. Αλλά κανείς σοβαρός δεν επιτρέπει στον εαυτό του να διαπραγματευθεί με κάποιον που δεν ξέρει άλλο από το να ζητιανεύει, γιατί δεν έχει μάθει να παράγει τίποτα εκτός από κλάψα. 
Οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι προσπαθούν στην πραγματικότητα να μας κάνουν να αποδεχτούμε ότι θα βρουν κάπου μέσα τους αυτό που χρειάζεται για την αλλαγή: την αναγκαία φαντασία, τη δημιουργικότητα, την ανατρεπτική διάθεση να συγκροτήσουν στον νου τους μια Ελλάδα διαφορετική, πρωτότυπη. Να σχεδιάσουν νέες μεθόδους, να απαγκιστρωθούν από τον κρατικό πατερναλισμό (τον δικό τους δηλαδή), από τα σόγια, από τους εθνικούς εργολάβους. Ότι θα αντιληφθούν τη νέα εποχή, θα διεκδικήσουν μια άλλη θέση για τον τόπο στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, θα επινοήσουν τον μηχανισμό που θα προωθεί νέους και ταλαντούχους ανθρώπους παντού, θα συζητήσουν και θα διαπραγματευτούν με επάρκεια και επιχειρήματα  με τους ξένους τεχνοκράτες και πιστωτές το πρόγραμμα ανάπτυξης της χώρας, ότι θα εγκιβωτίσουν το τέρας του λαϊκισμού, από το οποίο ζει ο δικός τους αυτάρεσκος αυταρχισμός.
Τους πιστεύει κανείς; Είναι μια γενιά κι ένας λόγος πούρχεται από το παρελθόν, όπου απεγνωσμένα επιχειρούν να μας κρατήσουν όλους μαζί τους.
Στην πονηριά της επιχειρεί να αδρανοποιήσει τα δημιουργικά χαρακτηριστικά των νεώτερων γενεών, οι οποίες στην οικογενειοκρατικά δομημένη εξουσία της σύγχρονης Ελλάδας ήταν πάντα η κύρια πηγή ανασφάλειας, συνιστούσαν το απρόβλεπτο του μέλλοντος. Γι' αυτό εκπαιδεύονταν από νωρίς κατάλληλα με το μαστίγιο των τυφλών κι ανούσιων εξουσιαστικών μηχανισμών του κράτους και το καρότο της οικογενειακής καλοπέρασης. 
Η μετεμφυλιακή εξουσία δεν  είχε ποτέ εμπιστοσύνη στους νέους, φοβόταν τι θα τους βγουν τα παιδιά τους, έτρεμαν να τους επιτρέψουν να λαθέψουν, να τους βάλουν το μικρόβιο της αμφιβολίας και να τους δώσουν τα εφόδια για να χτίσουν πάνω στην αμφιβολία τους. Φοβόντουσαν μήπως και τελικά βγουν πιο σωστοί, μήπως ακυρώσουν τη δική τους στασιμότητα. Η βαθιά συντηρητική ελληνική κοινωνία τρομοκρατούνταν μπροστά στην αλλαγή. Σπρώχνει έτσι και σήμερα ακόμη τη νέα γενιά στο παράλογο των χαζοφουσκωτών και των αριστεριστών, για να την απαξιώσει και χλευάσει εύκολα μετά και τελικά να αναπαράγει τον εαυτό της σε αυτήν με τρόπο ανέξοδο.   
Οι πρασινομπλέ νεοδημοκράτες, πασόκοι και παρατρεχάμενοι προσπαθούν και διαγκωνίζονται με το ίδιο μίζερο δυναμικό, τον ίδιο τρόπο διαχείρισης της εξουσίας, με τα ίδια φτενά μυαλά, την ίδια φτηνή ξιπασιά. 
Είναι αυτοί οι οποίοι "δεν μπορούν τώρα που πρέπει, γιατί δεν έπραξαν αυτά που έπρεπε όταν μπορούσαν", κατά τον αναγεννησιακό François Rabelais.
Κρατούν το τιμόνι στην ίδια πορεία, ταχέως καθοδική, αρκεί να μη θιγούν τα δικά τους προνόμια, αρκεί να κουμαντάρουν οι ίδιοι. Βασιλιάδες σε αγροίκους, αλλά τουλάχιστον βασιλείς. Η απελπισία της παρακμής.
Μπορεί κανείς να αγνοήσει την πραγματικότητα, όχι όμως τις συνέπειες του να αγνοεί την πραγματικότητα.
Καμιά κοινωνία με ανεργία κοντά 30% (δηλαδή τόσους πολύτιμους αργούς πόρους) δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Πόσο δε μάλλον να ισορροπήσει τον προϋπολογισμό της και τα δημόσια οικονομικά της. Δεν μπορεί να ζήσει ευπρεπώς από τον λίγο πλούτο που παράγει η εργασία των υπολοίπων, πολλοί μάλιστα εκ των οποίων εργάζονται μη παραγωγικά. Είναι καταδικασμένη σε ένα διαρκώς  φθίνον βιωτικό επίπεδο, που θα συντηρεί (όσο συντηρεί)  ζητιανεύοντας. 
Καμιά οικονομία τόσο απαξιωμένη και σε τέτοιο βαθμό αναξιόπιστη, ανασφαλής κι εξευτελισμένη δεν μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις, δηλαδή μακροχρόνια όνειρα. Καμιά χώρα που χάνει τους δυναμικούς πολίτες της με τέτοιους ρυθμούς δεν μπορεί να ορθοποδήσει. Και καμιά νέα ιδέα δεν μπορεί να λάμψει ως νέα φερόμενη από παλιούς και φθαρμένους εξαγγέλους. 
Εν κατακλείδι, καμιά τόσο ασταθής κατάσταση, σε ένα τόσο ανισόρροπο και μεταβαλλόμενο περιβάλλον, δε μπορεί να διαρκέσει επί μακρόν. Αναζητείται προοπτική, αναζητείται αξιόπιστη ορθολογική ελπίδα.
Σε τελευταία ανάλυση, κερδίζουμε μόνον ό,τι τολμούμε. 

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος



Εικόνα: η ανάβασις του Γολγοθά, λεπτομέρεια, Hieronymus Bosch





No comments:

Post a Comment