Το θέμα είναι καίριο: ο τρόπος ολοκλήρωσης της «ανακεφαλαιοποίησης» των τραπεζών.
Είναι πλέον προφανές εδώ και καιρό ότι η Κυβέρνηση, η αντιπολίτευση και το παρασιτικό καθεστώς ελάχιστα ενδιαφέρονται για την αποκατάσταση της Τραπεζικής Πίστης στη χώρα - κάτι απολύτως αναγκαίο για τη λειτουργία της οικονομίας, για την παροχή ρευστότητας στις βιώσιμες επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά, για τις επενδύσεις και επομένως για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Καμιά επιχείρηση δεν μπορεί να επιβιώσει σε μια χώρα που το τραπεζικό της σύστημα έχει στεγνώσει εντελώς και είναι αναξιόπιστο.
Πώς η ελληνική επιχείρηση να ανταγωνιστεί ισότιμα την ευρωπαϊκή όταν δεν έχει πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, σε κεφάλαιο επένδυσης, σε εγγυήσεις που να γίνονται δεκτές εκτός Ελλάδας;
Το ζητούμενο δεν είναι να σώσουμε τις τράπεζες (όπως ψευδώς το θέτουν ορισμένοι), αλλά να σώσουμε και να εξασφαλίσουμε τους καταθέτες και την παραγωγική οικονομία, άρα τις δουλειές όλων.
Όμως το προφανές πλέον ζητούμενο για τα κόμματά μας (κυβερνώντα και αντιπολιτευόμενα), για την ομοούσια και αδιαίρετη πολιτική μας τάξη, είναι να καταχραστούν τα χρήματα των καταθετών για να συνεχίσουν να δανείζουν κατά το δοκούν με κριτήρια πολιτικάντικα, καταρχήν το κράτος (τους) και κατά δεύτερον τους (δικούς τους) επιχειρηματίες.
Τα χρήματα αυτά, όσα έχουν απομείνει, είναι ο πειρασμός, είναι το διακύβευμα, είναι το δέρας. Είναι ο τελευταίος πλούτος των Ελλήνων, αφού το καθεστώς απαξίωσε την ακίνητη περιουσία τους και τα άλλα κινητά στοιχεία με την υπερφορολόγηση και τις γραφειοκρατικές διαδικασίες και ρυθμίσεις.
Το κράτος στέγνωνε συστηματικά τις τράπεζες όλα αυτά τα χρόνια, υποχρεώνοντάς τες με άμεσο ή έμμεσο τρόπο να δανείζουν το ίδιο και να τοποθετούν τα χρήματα των καταθετών σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (αντί για παραγωγικές επενδύσεις). Να δανείζουν τις διάφορες ΔΕΚΟ και ΝΠΙΔ (με ή και χωρίς την «εγγύηση» του Ελληνικού Δημοσίου). Να δανείζουν κατά προτεραιότητα τους δικούς τους κρατικοδίαιτους και διαπλεκόμενους με το Δημόσιο επιχειρηματίες, αλλά και τα ίδια τους τα κόμματα. Ταυτόχρονα, οι ίδιες οι Τράπεζες δανείζονταν από τους καταθέτες και (με εγγύηση τα χρήματα των καταθετών) από τις διεθνείς αγορές.
Όταν πια οι αγορές πήραν είδηση την κατάσταση του Ελληνικού κράτους και δεν το δάνειζαν άλλο, η τότε κυβέρνηση δεν δίστασε να κάνει ένα βήμα παραπάνω: το μεγάλο κόλπο Καραμανλή – Αλογοσκούφη, το οποίο βάφτισαν ξεδιάντροπα «σωτηρία των τραπεζών» (ενώ αυτές ήταν παρόλα αυτά μια χαρά στην υγεία τους, γιατί είχαν φροντίσει να επεκταθούν εκτός Ελλάδος, στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή). Είναι αυτοί οι κύριοι οι οποίοι επέβαλαν στις ελληνικές τράπεζες να αποκτήσουν ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου έναντι ζεστού χρήματος, όταν πια οι διεθνείς αγορές είχαν συνειδητοποιήσει ότι το ελληνικό δημόσιο είχε χρεοκοπήσει. Αυτοί, που οδήγησαν για ένα διάστημα στο παγκόσμιο οικονομικό παράδοξο: ένα κράτος να έχει χαμηλότερο δείκτη αξιοπιστίας από τις τράπεζες που ήταν εγκατεστημένες εντός του!
Έτσι κέρδισαν ένα - δυο χρόνια κυβέρνησης ακόμη, λίγους ακόμη διορισμούς, και κατέστρεψαν το τραπεζικό σύστημα και τους "κακούς τραπεζίτες".
Ειδικά τους κακούς ιδιοκτήτες των μεγάλων τραπεζών: για παράδειγμα, τα ασφαλιστικά Ταμεία (πρώτος μέτοχος στην Εθνική Τράπεζα), το ίδιο το Ελληνικό Δημόσιο, την Εκκλησία της Ελλάδος, πολλά μη κερδοσκοπικά Ιδρύματα και εκατοντάδες χιλιάδες μικρομετόχους από όλο τον κόσμο, που το μεγάλο τους λάθος ήταν να θεωρήσουν καλό να τοποθετήσουν τα χρήματά τους σε μεγάλες και αξιόπιστες ελληνικές επιχειρήσεις. Για τον λόγο αυτόν είδαν την επένδυσή τους να απαξιώνεται πλήρως, να εκμηδενίζεται σχεδόν (από 40 ευρώ περίπου η μετοχή στο παρολίγον μηδέν).
Να επαναλάβουμε, λοιπόν, για να μην το ξεχνάμε ποτέ, ότι όλα αυτά ήταν αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας της περιόδου και, ακόμα, των Διοικήσεων των τραπεζών που έδρασαν εναντίον των συμφερόντων των τραπεζών οι οποίες τους πλήρωναν πλουσιοπάροχα για να τις προστατεύουν. Προκάλεσαν έτσι τεράστια ζημιά στις ίδιες τις Τράπεζες και στο Ελληνικό Δημόσιο (δηλαδή στους φορολογούμενους αλλά και στους ασφαλισμένους), μια ασύλληπτη καταστροφή ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ για τους Έλληνες πολίτες και τις ελληνικές επιχειρήσεις. Οι παραλείψεις και οι πράξεις τους με τις τρομερές αυτές συνέπειες δεν έχουν γίνει αντικείμενο έρευνας από κάποια εξεταστική Επιτροπή, από καμιά διεθνή επιτροπή σοφών, όπως στην Ισλανδία, ώστε να καταλογιστούν οι όποιες ευθύνες και, εφόσον υπάρξουν και ποινικές, να κληθούν να κοσμήσουν με την παρουσία τους το διπλανό κελί του κ.Τσοχατζόπουλου, με τα λίγα ψωροεκατομμύρια του.
Αυτά για το ιστορικό, δίχως την κατανόηση του οποίου δεν μπορεί να υπάρξει λύτρωση.
Ας έλθουμε στο τώρα.
- Ποιος θα έπρεπε να είναι ο κεντρικός οικονομικός στόχος για να έλθει η ανάκαμψη και να γίνουν επενδύσεις στην Ελληνική οικονομία, αν όχι η αποκατάσταση της ρευστότητας στην αγορά και η εξασφάλιση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού για τις ελληνικές επιχειρήσεις;
- Ποιος θα έπρεπε να είναι ο πρώτος στόχος των Κυβερνήσεων μετά την καταστροφή, αν όχι η αποκατάσταση της κεφαλαιακής επάρκειας των Τραπεζών (που προϋποθέτει τη μέγιστη προστασία των καταθετών, ώστε να επανατοποθετήσουν τα χρήματά τους σε αυτές) και η λειτουργία των πιστωτικών Ιδρυμάτων με αμιγώς Τραπεζικά κριτήρια;
Εάν οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να δανείσουν και να παρέχουν ρευστότητα και εγγυήσεις στις ελληνικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά, τότε ό,τι και να λέμε, ό,τι και να κάνουμε, ενδογενής ανάπτυξη δεν θα έλθει ποτέ.
Οι μόνοι που θα έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια (και μάλιστα πολύ φθηνά λόγω των στρεβλώσεων μεταξύ βορρά-νότου που παράγει η κρίση) θα είναι οι μεγάλοι ξένοι επενδυτές, που θα αγοράσουν μισοτιμής τα πάντα (ακίνητα και επιχειρήσεις) ή θα εξαφανίσουν τις βιώσιμες ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς αυτές αδυνατούν να ανταγωνιστούν ισότιμα.
- Ποια μεσαία ή μικρή ή ακόμη και μεγάλη (βλέπε ΒΙΟΧΑΛΚΟ) ελληνική επιχείρηση μπορεί να επιβιώσει με τέτοια θεμελιώδη ανισότητα πρόσβασης στην Τραπεζική Πίστη (η οποία προστίθεται και σε όλα τα άλλα προβλήματα); Ποιος αντέχει τέτοια στρέβλωση του ανταγωνισμού;
Η μόνη πιθανότητα επιβίωσης σε αυτές τις συνθήκες είναι η ελαχιστοποίηση του κόστους εργασίας, η διαρκής μείωση των αμοιβών των εργαζομένων για τις επιχειρήσεις και η αντίστοιχη μείωση της κατανάλωσης και αποταμίευσης για τα νοικοκυριά και η συρρίκνωση των δραστηριοτήτων με απολύσεις και η συνακόλουθη εκτίναξη της ανεργίας. ΄Η η μεταφορά των δραστηριοτήτων σε άλλο περιβάλλον, στο εξωτερικό. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από αυτό που αποκαλούμε ανάπτυξη. Είναι ο κύκλος της καταστροφής.
Τι κάνει λοιπόν η Κυβέρνησή μας, τρία χρόνια τώρα υπό καθεστώς χρεοκοπίας;
Προσπαθεί με κάθε τρόπο να συνεχίσει να βάζει χέρι στα χρήματα των καταθετών, από τους οποίους στέρησε κάθε προστασία των καταθέσεών τους, στο όνομα του πάντα βολικού όσο και ψευδεπίγραφου "κυνηγιού της φοροδιαφυγής", ακόμη και με την κατάσχεση ποσών από τους λογαριασμούς τους. Φυσικά, αυτό το κάνει μόνο όσον αφορά χρέη των πολιτών προς το κράτος και όχι του κράτους προς τους πολίτες ή οφειλές μεταξύ πολιτών για τελεσίδικα και δεδικασμένα.
Έτσι οι Έλληνες, ό,τι τους έχει απομείνει, τις αποταμιεύσεις και τους κόπους μιας ζωής, από το οποίο προσδοκούν να ζήσουν στους δίσεχτους καιρούς χωρίς καμιά κοινωνική προστασία, χωρίς καν βέβαιη σύνταξη, το έθαψαν σε κήπους, στρώματα και υπόγεια, ή το τοποθέτησαν σε ασφαλέστερους τόπους για να κινεί και να παρέχει ρευστότητα σε άλλες οικονομίες ή στους υποψήφιους ξένους αγοραστές της δικής μας. Το πάθημα των Κυπρίων αδελφών ενίσχυσε την επιλογή της διαίσθησής τους.
"Από τα 50 δις του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχουν ήδη διοχετευθεί για τη διατήρηση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα τα 41.9 και απομένουν ακόμη 8,1 δις", τα οποία αποτελούν το μόνο δίxτυ ασφαλείας για τους καταθέτες των Ελληνικών Τραπεζών από την κατάρρευση που θα προκαλούσε μια μαζική φυγή κεφαλαίων (πηγή kathimerini.gr).
Παράλληλα συνέβη ένα άλλο γεγονός που πέρασε για την ώρα απαρατήρητο. Με βάση την πρόσφατη νέα απόφαση του eurogroup «για τη διαδικασία ενεργοποίησης του ESM ως lender of last resort για τη διάσωση τραπεζών, προβλέπεται πλέον ρητώς κούρεμα καταθέσεων πράγμα που προκαλεί ρίγη σε αγορές και καταθέτες... Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα παρεμβαίνει εξαγοράζοντας μετοχές τραπεζών αφού πρώτα έχουν κουρευτεί διαδοχικά οι ομολογιούχοι μειωμένης εξασφάλισης, οι μέτοχοι και εν συνεχεία οι καταθέτες.... Στην Ελλάδα όσο το ΤΧΣ διαθέτει κεφάλαια από το αρχικό πακέτο στήριξης (αυτό το υπόλοιπο των 8 δις) και αντλεί νέα πουλώντας μετοχές σε τράπεζες που ελέγχει, οι εξελίξεις αυτές θα αποφευχθούν καθώς δεν απαιτείται η κατάθεση νέου αιτήματος για στήριξη από τον ESM.... Αυτό διασφαλίζει τις τέσσερις συστημικές τράπεζες καθώς και την Τράπεζα Αττικής, οι οποίες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί πλήρως και διαθέτουν εγκεκριμένα capital action plans και business plans» (πηγή sofokleousin.gr). Μόνο γι' αυτές όμως και μόνο για τόσο.
Αυτό, διαβασμένο αντίστροφα, σημαίνει ότι για όσο οι Ελληνικές Τράπεζες δεν αποκτούν ισχυρή και υγιή κεφαλαιακή βάση με τη συγχώνευση με ισχυρούς διεθνείς τραπεζικούς οργανισμούς ή κάποιον άλλο σοβαρό τρόπο, που θα φέρει στα ταμεία τους ζεστό χρήμα και στις Διοικήσεις τους ανεξαρτησία και επαγγελματισμό, κάποια ασφάλεια για τους καταθέτες θα υπάρχει μόνον για όσο επαρκούν τα υπόλοιπα 8,1 δις του ΤΧΣ.
Η περήφανη όμως Κυβέρνησή μας, η οποία, όπως ισχυρίζεται, έχει τιθασεύσει το έλλειμμα, διεκδικεί να καλύψει από αυτό το κεφάλαιο ασφαλείας «το χρηματοδοτικό κενό που αντιμετωπίζει η χώρα μας, ύψους 3,8 δισ. Ευρώ» (πηγή kathimerini.gr).
Τώρα πώς αυτό το "τιθασευμένο" χρηματοδοτικό κενό η κυβέρνηση το βγάζει 3,8 δις όταν διεκδικεί τα χρήματα του ΤΧΣ (που καλύπτουν τους καταθέτες) για να τα ρίξει στο άπατο μαύρο πηγάδι του κρατικού ελλείμματος, ενώ, όταν το ίδιο κενό αναφέρεται στη διαπραγμάτευση με την Τρόικα για τη λήψη μέτρων σε σχέση με τις δαπάνες, το υπολογίζει από μηδέν έως 700 εκατομμύρια, είναι ένα άλλο ανεξήγητο θαυματουργό φαινόμενο.
Οι τράπεζες έχουν περάσει στην εποπτεία/ιδιοκτησία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που επιχειρεί στραβά κουτσά να τις ανακεφαλαιοποίησει με το αρχικό κεφάλαιο των 50 δις και την πολλαπλασιαστική ισχύ άντλησης ρευστότητας από την ΕΚΤ, έναντι σαθρών εγγυήσεων. Το ελληνικό Κράτος, όμως, δεν έχει σταματήσει να τις απομυζά.
Εκδίδει σε τακτά διαστήματα τρίμηνα και εξάμηνα Έντοκα Γραμμάτια, τα οποία φυσικά καμιά ξένη τράπεζα ή fund δεν αγοράζει παρά μόνον οι Ελληνικές, με τα οποία απορροφά την ελάχιστη ρευστότητα και αξιοπιστία των ελληνικών Τραπεζών, εις βάρος νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Μόνο το τελευταίο διάστημα το Κράτος αφαίρεσε ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα, και συνεπώς από επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ύψους 1,625 δισ. (15η Οκτωβρίου) μέσω της έκδοσης τρίμηνων εντόκων γραμματίων του δημοσίου με 4,02% και 1,3 δισεκατομμύρια (5η Νοεμβρίου) με αντίστοιχα εξάμηνα έντοκα με επιτόκιο 4,15% (πηγή naftemporiki.gr).
Εκδίδει σε τακτά διαστήματα τρίμηνα και εξάμηνα Έντοκα Γραμμάτια, τα οποία φυσικά καμιά ξένη τράπεζα ή fund δεν αγοράζει παρά μόνον οι Ελληνικές, με τα οποία απορροφά την ελάχιστη ρευστότητα και αξιοπιστία των ελληνικών Τραπεζών, εις βάρος νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Μόνο το τελευταίο διάστημα το Κράτος αφαίρεσε ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα, και συνεπώς από επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ύψους 1,625 δισ. (15η Οκτωβρίου) μέσω της έκδοσης τρίμηνων εντόκων γραμματίων του δημοσίου με 4,02% και 1,3 δισεκατομμύρια (5η Νοεμβρίου) με αντίστοιχα εξάμηνα έντοκα με επιτόκιο 4,15% (πηγή naftemporiki.gr).
Για το τέλος το καλύτερο, όπως πάντα. Η ανακεφαλαιοποίηση προχωρεί.
Για να ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες (δηλαδή να αποκτήσουν ίδια κεφάλαια σε ρευστό όσα απαιτούνται για να είναι αξιόπιστες και, επομένως, ικανές να δανείζουν την αγορά) υπάρχουν τρεις αλληλοσυμπληρούμενοι τρόποι:
- πρώτον, να γίνουν εκ νέου ελκυστικές και ασφαλείς για καταθέσεις,
- δεύτερον, να ανακτήσουν την αξία τους τα περιουσιακά τους στοιχεία (δάνεια και λοιπές κινητές και ακίνητες αξίες) και
- τρίτον, ένας επενδυτής (κάποιος μεγάλος διεθνής όμιλος ή κάτι αντίστοιχο) να διαθέσει το απαιτούμενο ρευστό και αξιοπιστία, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα τον έλεγχό τους, προσελκύοντας επίσης χιλιάδες μικροεπενδυτές που θα αισθανθούν ασφαλείς, ώστε να αγοράσουν μετοχές των ελληνικών τραπεζών.
Οι τρεις αυτοί τρόποι αλληλοτροφοδοτούνται, όπως είναι φανερό. Εάν ένας διεθνής τραπεζικός όμιλος ή κάποιος ιδιώτης επενδυτής βάλει ικανά χρήματα και αναλάβει τον έλεγχο, θα ανακτηθεί η πίστη και θα επανέλθουν και καταθέσεις (εάν βέβαια το επιτρέψει η απληστία του ελληνικού κράτους).
Εάν προστατευθούν οι καταθέσεις και το ελληνικό κράτος απελευθερώσει την αξία των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών (όπως ακίνητα) και πάψει να τις μπουκώνει με τα σκουπίδια του (όπως έντοκα γραμμάτια) θα ενδιαφερθούν και οι επενδυτές.
Το κλειδί είναι και πάλι ο ρόλος του κράτους.
Εν μέσω αυτής της κατάστασης, λοιπόν, με τις τράπεζες φαλιρισμένες να κρέμονται από το σωληνάκι της ΕΚΤ και μαζί με αυτές και οι καταθέσεις και τα όνειρα των Ελλήνων, το ελληνικό κράτος και η αγαπημένη του Εθνική σκαρφίστηκε διάφορα μεγαλειώδη deal, προκειμένου να αποφύγει το αναπόφευκτο: να χάσει τον έλεγχο των τραπεζών, δηλαδή να τραβήξει το χέρι από τη μαρμελάδα (όση έχει μείνει τέλος πάντων, γλείφει το βάζο πλέον).
Η κυβέρνηση σκέφτηκε, σκέφτηκε... (δυο χρόνια σκέφτονταν) - κι αποφάσισε να παντρέψει δύο χρεοκοπημένους (Eurobank- Εθνική). Λες και αν αθροίσεις δύο χρεοκοπίες (δύο χρηματικά κενά, δύο χρέη) θα βγει μια εξυγίανση(!) και όχι μια ακόμη μεγαλύτερη χρεοκοπία που θάναι αδύνατο να την αναλάβει κάποιος (μήπως όμως αυτό είναι το πραγματικά επιδιωκόμενο;). Φυσικά, απέτυχε. Πέτυχαν ίσως, όμως, όσοι έμειναν με τις μετοχές της Εθνικής μετά την αποτυχία.
Μετά λοιπόν από αυτή τη μνημειώδη "επιτυχία" αποφάσισε να κάνει κάτι ακόμη πιο έξυπνο. Ακόμη πιο δραστικό.
Οι τράπεζες με την κατάρρευση της αγοράς βρίσκονται με χιλιάδες ακίνητα στα χέρια, τα οποία έχουν απωλέσει σημαντικό μέρος της αξίας τους, εξαιτίας της κρίσης αφενός και της φορολογικής πολιτικής του κράτους αφετέρου, καθώς αυτό εκμηδένισε ό,τι απέμενε με τη διατήρηση αντικειμενικών πολύ πάνω από αυτές των τιμών αγοράς (δηλαδή πραγματικών συντελεστών συναρτώμενων φόρων κάθε είδους πολύ υψηλότερων των ήδη υψηλών ονομαστικών, αφού εφαρμόζονται πάνω σε αυτές τις εξωπραγματικές τιμές).
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση υποτιμά συστηματικά και συνειδητά την αξία της ακίνητης περιουσίας όλων των Ελλήνων (και επομένως και αυτής που είναι στα χέρια των Τραπεζών), η Εθνική Τράπεζα εμφανίζεται να δανείζει με προνομιακό επιτόκιο στο private equity Invel αγοραστή της δικής της θυγατρικής real estate, της Πανγαίας, για να την αγοράσει αυτή την ίδια θυγατρική, το 60% (!!) του τιμήματος που η invel θα πληρώσει. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι δανείζει 420 εκατομμύρια ευρώ στην Invel για να αγοράσει την Πανγαία χρησιμοποιώντας την μάλλον ανορθόδοξη, παρότι χρησιμοποιούμενη σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις, πρακτική του vendor financing (πηγή: euro2day.gr και capital.gr).
Έτσι στην ουσία δανείζει στον αγοραστή με επιτόκιο κάτι πάνω από 3%, με τα λεφτά των καταθετών, για να αγοράσει σε καλή τιμή ένα δικό της περιουσιακό στοιχείο, την ίδια στιγμή που βιώσιμες και καινοτόμες Ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση ούτε καν από το εξωτερικό, επειδή το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι τελείως αφερέγγυο. Την ώρα που οι βιώσιμες ελληνικές επιχειρήσεις δανείζονται, όταν βρίσκουν από κάπου να δανειστούν, με επιτόκιο δυόμιση φορές πάνω από αυτό το προνομιακό. Την ώρα που ούτε οι εγγυητικές των ελληνικών Τραπεζών δεν γίνονται δεκτές σε πλείστες περιπτώσεις εκτός Ελλάδος.
Ο αγοραστής της Πανγαίας έχει κάθε λόγο να είναι διπλά χαρούμενος: αν η πολιτική αλλάξει υπό την πίεση της πραγματικότητας και η αξία της περιουσίας ανέβει κάποια στιγμή, θάχει κάνει ένα πάρα πολύ καλό deal. Αν όχι, τότε η Εθνική θα χάσει τα λεφτά της. Tα δικά μου, δικά μου και τα δικά σου, δικά μου. Επιχειρηματικότητα εκ του ασφαλούς.
Ο αγοραστής της Πανγαίας έχει κάθε λόγο να είναι διπλά χαρούμενος: αν η πολιτική αλλάξει υπό την πίεση της πραγματικότητας και η αξία της περιουσίας ανέβει κάποια στιγμή, θάχει κάνει ένα πάρα πολύ καλό deal. Αν όχι, τότε η Εθνική θα χάσει τα λεφτά της. Tα δικά μου, δικά μου και τα δικά σου, δικά μου. Επιχειρηματικότητα εκ του ασφαλούς.
Επίσης «η Εθνική θα διατηρήσει τον έλεγχο του διοικητικού συμβουλίου της Πανγαία για μια 5ετία, παρότι θα κατέχει μόλις το 34% του μετοχικού της κεφαλαίου. Ως αποτέλεσμα της άσκησης του management, θα ενοποιεί την εταιρεία αλλά τα δικαιώματα μειοψηφίας (σ.σ. το 66% του μετοχικού κεφαλαίου της Πανγαία) θα προσμετρούνται στα κεφάλαια της Εθνικής» (πηγή: euro2day.gr).
Δηλαδή, αν ερμηνεύουμε σωστά το παραπάνω κάπως κρυπτικό σκεπτικό, δεν πρόκειται ακριβώς για ιδιωτικοποίηση αλλά «περίπου», αφού η Τράπεζα διατηρεί τυπικά το μάνατζμεντ για ένα διάστημα. Έτσι αθροίζει την αξία στο ενεργητικό της και αυτή ενοποιείται ώστε να εμφανίζεται μια -μάλλον πλασματική- κεφαλαιακή επάρκεια, καθώς δεν εξασφαλίζει η «επάρκεια», υπολογισμένη με αυτόν τον τρόπο, πραγματική μεγαλύτερη ρευστότητα σε ζεστό χρήμα. Αλήθεια, μήπως στα assets της Τράπεζας θα εμφανίζεται και το ίδιο το δάνειο, που έχει υποτίθεται «αντίκρισμα» λόγω υψηλών αντικειμενικών και αποτίμησης της Πανγαίας; Αν είναι έτσι, είναι θεϊκό. Αλλά και μόνο το πρώτο μέρος των υπερτιμημένων αντικειμενικών να καταγράφει στο ενεργητικό με τα δανεικά, το φαινόμενο είναι ήδη στη σφαίρα των αγγέλων.
Τέτοια θαύματα έχουν να γίνουν από τον γάμο της Κανά.
Αλλά υπάρχει και συνέχεια, καθώς κάθε πράξη δεν κρίνεται αυτόνομα αλλά από το συγκριτικό αποτέλεσμα με τις εναλλακτικές της.
Αναρωτιέται κανείς, γιατί η Κυβέρνηση και το ΤΧΣ (δηλαδή η Εθνική) δεν προχωρούν απευθείας στην πώληση της Πανγαίας μέσω μιας ανοιχτής διαγωνιστικής διαδικασίας σε έναν αγοραστή, ο οποίος θα ανελάμβανε πλήρως την εταιρεία και τα περιουσιακά της στοιχεία;
Μια τέτοια ανοιχτή διαγωνιστική διαδικασία, εάν κατέληγε επιτυχώς, θα συνεισέφερε άμεσα και όχι πλασματικά ένα σημαντικό ποσό, της τάξης του μισού δισεκατομμυρίου στα ταμεία της Εθνικής. Με αυτό το ποσό θα μπορούσε να ενισχύσει την κεφαλαιακή της επάρκεια και, φυσικά, στη συνέχεια τη δυνατότητά της να δανείσει και τα νοικοκυριά και τις παραγωγικές επιχειρήσεις που στενάζουν κάτω από την πλήρη έλλειψη ρευστότητας. Επιπλέον, θα περνούσε τα ακίνητα αυτά σε κάποιον που θα ενδιαφέρονταν να τα επαναπωλήσει και αξιοποιήσει με κάθε τρόπο για να βγάλει κέρδος, αναλαμβάνοντας ο ίδιος και το αντίστοιχο ρίσκο (αυτό δεν είναι ιδωτικοποίηση; επένδυση και ρίσκο;), συνεπώς θα οδηγούσε στο να κυκλοφορήσει ρευστό χρήμα στην αγορά, με συγκεκριμένο επενδυτικό σκοπό, δηλαδή σε αυτό το (πώς το λέμε; πώς το λέμε;)... στην ανάπτυξη.
Γιατί λοιπόν στον τόπο αυτό το απλό το κάνουμε πάντα περίπλοκο; Σχεδόν ακαταλαβίστικο; Ακατανόητο; Δύσκολο να αποτιμηθεί πλήρως;
Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε τις απαντήσεις, επιχειρώντας να μπούμε στον νου των φωστήρων που μας κυβερνούν:
- Πρώτος λόγος. Η κυβέρνηση φοβάται ότι δεν θα βρει αγοραστή που να προσφέρει ένα "κατάλληλο" ποσό για τα ακίνητα μιας οικονομίας που η ίδια απαξίωσε. Σε κάθε περίπτωση, ο αγοραστής προφανώς δεν θα προσφέρει το ποσό των εικονικών αντικειμενικών. Φυσικό είναι αυτό. Η κυβέρνηση δεν έχει παρά να προσαρμόσει τις αντικειμενικές στην αξία της αγοράς. Από ένα πλασματικό ποσό, μάλλον καλύτερο είναι ένα λίγο μικρότερο αλλά πραγματικό, που θα μπει στην οικονομία με σαφή και διάφανο τρόπο.
- Δεύτερος λόγος. Ίσως είναι ότι δεν θάθελε να χάσει την επιρροή της στη «διαχείριση» των ακινήτων. Όταν και εάν κάποια στιγμή πάψει η συνειδητή υποτίμηση της ελληνικής αγοράς πέρα από το όριο ισορροπίας στην οποία έχουμε οδηγηθεί, ίσως κάποιοι μειώσουν τους φόρους, εξασφαλίσουν μια σταθερότητα, ίσως η αγορά ξεκινήσει πάλι. Και όσοι θα έχουν επενδύσει πραγματικά θα έχουν οφέλη. Ενδιάμεσα, όμως, θα έχει ωφεληθεί και η οικονομία από τις αγοραπωλησίες και το χρήμα που θα εισρεύσει. Πώς να αφήσουν λοιπόν το ρίσκο και το πιθανό κέρδος σε κάποιον άσχετο ιδιώτη και όχι στα "δικά τους τα παιδιά"; Δεν πάει η καρδιά τους. Έτσι λογικά προτιμούν να αναλάβει το ρίσκο η Εθνική και από το κέρδος (αν υπάρξει) κάτι θα καταφέρουν να βγάλουν και τα "παιδιά τους". Αλλά ακόμη κι αν δεν υπάρξει κέρδος, πάλι κάτι θα καταφέρουν να βγάλουν βεβαίως. Κάποια "σωστή" μεταβίβαση, κάποια "πληροφορία" αποτιμώμενη σε εκατομμύρια θα προωθηθεί κατάλληλα.
- Ο τρίτος λόγος αναφέρθηκε ανωτέρω. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα επιθυμεί διακαώς να διατηρήσει τον έλεγχο της Εθνικής, και μέσω αυτής του τραπεζικού συστήματος. Είναι το βάζο με το γλυκό.Μέσω αυτού του ελέγχου και γύρω του, φτιάχτηκαν περιουσίες και νέα σόγια. Και με την κρίση θα φτιαχτούν μετά βεβαιότητας κι άλλα. Στον χρηματοοικονομικό κόσμο όποιος ελέγχει την "πληροφορία" και τη χειρίζεται κατάλληλα, μπορεί αόρατα και αδιόρατα να χτίζει αυτοκρατορίες.
Αυτός ο τελευταίος λόγος είναι εκείνος που κάνει τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση όχι μόνο προϋπόθεση για την οικονομική επιβίωση της χώρας, αλλά και κλειδί για τις πολιτικές εξελίξεις που θα ακολουθήσουν.
Έτσι λοιπόν οι τράπεζες μονίμως χρεοκοπημένες και στεγνές παραμένουν υπό τον «περίπου» έλεγχο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, χωρίς να διαφαίνεται κάποια σαφής προοπτική. Το Ταμείο με τη σειρά του, για τους δικούς του λόγους περιορισμένης βούλησης, στελεχιακής ικανότητας και ίσως και κάποιας ιδιοτέλειας, ανέχεται αμφίβολες και ανορθόδοξες πρακτικές αντί να κάνει ό,τι απαιτείται για να τις εξυγιάνει, να τις αποκόψει από τη διαπλοκή με την ελληνική πολιτική τάξη και το διαπλεκόμενο με αυτό το σύστημα κεφάλαιο, όπως για παράδειγμα να τις πωλήσει / συγχωνεύσει με αξιόπιστους διεθνείς τραπεζικούς οργανισμούς, με συγκεκριμένους όρους διατήρησης και ανάπτυξης δραστηριοτήτων και μεταφοράς κεφαλαίων στην Ελλάδα ή να διασφαλίσει με άλλον τρόπο την αυτονομία τους παράλληλα με τη βιωσιμότητά τους, εφόσον παραμείνουν στους παλιούς μετόχους.
Αν όμως δεν αποκατασταθεί άμεσα η αξιοπιστία των Τραπεζών, πραγματικά και όχι εικονικά, για να επιστρέψουν κεφάλαια που έφυγαν από τα ταμεία τους λόγω ανασφάλειας και να αποκτήσουν πρόσβαση οι ίδιες στις Διεθνείς αγορές χρήματος για να παίξουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο ανεξάρτητες από τις ελληνικές κυβερνητικές (δηλαδή κομματικές και διαπλεκόμενες) παρεμβάσεις, για να παρέχουν ρευστότητα στην πραγματική παραγωγική οικονομία και όχι στην κερδοσκοπία και στο χρεοκοπημένο κράτος, αν δεν γίνει αυτό, ανάπτυξη δεν πρόκειται να υπάρξει στον τόπο μας. Και τα θαύματα έχουν τα όριά τους. Ανάπτυξη χωρίς τραπεζική πίστη είναι απλώς αδύνατη.
Έτσι απομένουμε εμείς οι πολίτες, ως καταθέτες, επιχειρηματίες, δανειζόμενοι, να κοιτάμε αμήχανοι τα θαύματα του σήριαλ της ανακεφαλαιοποίησης, που διαδέχονται το ένα το άλλο. Γλυκόπιοτο κρασί εμφανίζεται στα πιθάρια με το νερό. Τα καρβέλια πολλαπλασιάζονται. Και σε λίγο ακόμη και οι τυφλοί θα ανακτήσουν το φως τους μπροστά στους παράδες (το εν εξελίξει θαύμα του Τέξας).
Θαύμα παιδί μου, θαύμα!!!
Εικόνα: The Marriage at Cana, detail of the Bride and Surrounding, oil on canvas, Gerard David
No comments:
Post a Comment