Tuesday, February 16, 2016

Τα σεντούκια


Share/Bookmark


Κουτιά, κιβώτια, σεντούκια, συρτάρια, κάσες, που τακτοποιούσαν τιμαλφή, έγγραφα, κειμήλια, προσωπικές μνήμες, το γράμμα του βασιλιά ή μιας αγαπημένης, ενός φίλου, ένα χειρόγραφο ή έναν κώδικα, χρυσά κι αργυρά νομίσματα, ακριβά ρούχα και προικιά…. ‘Ο,τι μπορεί να φανταστεί ο νους και να αισθανθεί η καρδιά, σε μορφή υλική προσπαθούσαν απελπισμένα να το κρατήσουν, να το φυλάξουν, να το ταξινομήσουν σε ένα από τα αναρίθμητα συρτάρια και κρύπτες, να μη φύγει, μην το δει κανείς, να μην το μάθει. Το πολύτιμο, το μυστικό.

Κι όμως πιότερο από το περιεχόμενο σώθηκαν τα περίτεχνα κουτιά. Εκείνο το μέσα, βγήκε, έφυγε, το παράλλαξε ή το μάρανε ο χρόνος, του μετατόπισε το νόημα και την ουσία, ή απλά το εξαφάνισε,
κυλώντας ασταμάτητος από τις χαραμάδες, γλιστρώντας φευγαλέος από τις κλειδαριές και την περίτεχνη διακόσμηση.

Φύγανε τα χρυσόβουλα, έσβησαν ή διαβάστηκαν τα μυστικά (πράγμα κατά βάθος το ίδιο), κάποιος κάπου άρπαξε τα νομίσματα, φόρεσε τα δαχτυλίδια, τα χάρισε σε άλλους έρωτες, άλλες ζωές.

Είναι αυτά τα σεντούκια ό,τι απόμεινε από τόσους αιώνες μνήμες που καταχωνιάζαμε στα πολύτιμα, τις επιθυμίες, τις αναμνήσεις, την περιουσία, τις θέσεις, τους έρωτες, τους καημούς, τακτοποιώντας για λίγο, διαμοιράζοντας, σταθεροποιώντας όλα τούτα στα κουτάκια μας. Νομίζαμε (αφελείς ή φοβισμένοι) πως κερδίζαμε κάτι από την αιωνιότητα και κοιμόμαστε με μια καθησυχαστική φενάκη το βράδυ, κάπως σαν το μονότονο βουητό της τηλεόρασης που νανουρίζει ή, καλύτερα, υπνωτίζει. Όμως η τράπουλα είναι σημαδεμένη. Κι έμειναν τούτα τα σεντούκια, περίτεχνα, αδειανά κι άχρηστα, να θυμίζουν με το κενό και τα χωρίσματά τους κείνο που κάποτε υπήρξε για λίγο με έναν τρόπο που κουβαλούσε τη μυρωδιά και τις μύχιες σκέψεις μερικών ανθρώπων κι όμως δεν θα υπάρξει ποτέ πια.

Ποιος δεν αμάρτησε αναζητώντας λίγη αιωνιότητα, μια σταλιά αθανασία, τακτοποιώντας τις συλλογές του, τα αρχεία του, τις φωτογραφίες, τις ταινίες, σε φακέλους και υποφακέλους κι άλλους υποφακέλους, τα χρήματά του, τις μνήμες του, τις ιδιοκτησίες του, σε συρταράκια του εγκεφάλου, στα πανταχού παρόντα σεντούκια μας; Ποιος δεν αφέθηκε να αποκοιμηθεί με την ψευδαίσθηση της ασφάλειας που μας χαρίζουν τα συρταράκια μας; Πως θα υπάρχουν για πάντα (κι εμείς μαζί τους), πως θα τα βρουν οι απόγονοί μας κι οι απόγονοι των απογόνων μας. Μέχρι πούρχεται μια google και τρισεκατομμύρια bits και τα εξαϋλώνουν, τα αναδιατάσσουν αβέρτα σε διαπλεκόμενα μεταδεδομένα, σε περίπλοκες σχέσεις και αλγορίθμους, σε ψηφιακές εικόνες, κι άυλο χρήμα. Μέχρι
πούρχεται ο τυφώνας της ιστορίας και τα αδειάζει
χωρίς καν να τα ανοίξει και μένουμε με το κουτί στο χέρι, γιομάτο αέρα κοπανιστό, χωρίς ίχνος από την ψευδαίσθηση της τάξης που μάταια   προσπαθούσαμε  να κρατήσουμε σε εύθραυστα σκεύη, από ξύλο, από 
αλάβαστρο, από μπρούντζο.

Η εντροπία πάντα κερδίζει τελικά, γιατί είναι η τράπουλα σημαδεμένη, απ’ τον καιρό. Την ανακατεύει διαρκώς και τη διαλύει στο χάος, μέχρι μια νέα τάξη, μια καινούργια σειρά να αναδυθεί. Κι ό,τι λιγοστό μείνει από εμάς, όπως κι από όλους αυτούς που προηγήθηκαν (αν τύχει κι απομείνει κάτι) δεν είναι συνήθως εκείνο που προσεκτικά φυλάξαμε και τακτοποιήσαμε στο σεντούκι, αυτό που κλειδώσαμε στο πιο κρυφό του συρταράκι. Με έκπληξη ανακαλύπτουμε (ίσως όχι εμείς, αλλά κάποιοι άλλοι) πως είναι κείνο που σκορπίσαμε, που χαρίσαμε, που σπαταλήσαμε ερωτευμένοι, είναι εκείνη η ιδέα που τολμήσαμε να δοκιμάσουμε, η απρόβλεπτη φράση που προφέραμε, εκείνο που προσφέραμε συνειδητά και δίχως φόβο κόντρα στην εποχή μας, μια εποχή αντιφατική, μαζώχτρα, κτητική και άπληστη αλλά, όπως λίγες, απέραντα προκλητική.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος



Οι εικόνες είναι από τη συλλογή του Museo Episcopal de Vic (Cataluña)












No comments:

Post a Comment