Θυμάμαι τον Άσιμο στα εφηβικά μου Εξάρχεια της δεκαετίας του '80, τη γειτονιά της επιχείρησης αναθεώρησης μιας επαρχιακής αποξηραμένης εξουσίας από μια ανήσυχη, αθώα και μισοχαμένη νεολαία, λίγο πριν αρχίσει να τη θερίζει η πρέζα, ο στρατηγός Δροσογιάννης του Ανδρέα και οι χούλιγκαν. Τα τρία συμβολικά και πραγματικά κακά της μοίρας μιας γενιάς που σάρωσαν τα καλύτερα μυαλά της.
Φιγούρα παγανιστική ο Νικόλας με την ψάθινη καπελαδούρα του, μια μοναχική μπάντα ο ίδιος, ξεπρόβαλλε τέτοια εποχή, Άνοιξη, με τις πρώτες ζέστες, όπως έσκαγε η γύρη από το Πεδίο του Άρεως και τον λόφο του Στρέφη. Χαλαρός, φευγάτος, αλλιώτικος.
Ήταν το σημάδι της Άνοιξης, σαν να την κουβάλαγε μαζί του αναπάντεχα όταν αναδύονταν με την κιθάρα του από την παράγκα όπου ξεχειμώνιαζε. Με την άτσαλη αλλά αληθινή ποίηση και τις χειροποίητες μουσικές του, μας έβγαζε από το Dada των ύστερων ντανταϊστών του 20ου αιώνα, γωνία Αραχώβης και Θεμιστοκλέους, στην αποκομμένη τούτη γειτονιά του κόσμου. Δίχως διαδίκτυο, με μερικά εναλλακτικά περιοδικά που τυπωνόταν ρεφενέ σχεδόν συνωμοτικά, αμφισβητώντας την καθεστηκυία τάξη, αραδιασμένα στα περίπτερα της πλατείας, αόρατες γραμμές από γράμματα και εικόνες που ένωναν τα εφηβικά μας όνειρα και ερωτισμό με θραύσματα των μεγάλων κινημάτων της Δύσης.
Άρθρα, μεταφράσεις, εικόνες κάθε είδους, ελευθεριακά, φεμινιστικά, περιοδικά του σινεμά, λογοτεχνικά, απελευθερωτικά, κόμικ, το Ιδεοδρόμιο, ο Κούρος, η Οδός Πανός, το Κράξιμο, το Κοντροσόλ στο Χάος, η Ανοιχτή Πόλη, η Βαβέλ…. Πιασμένα με το συρραπτικό πολλά, πλάι στους εκδοτικούς οίκους και τα παζάρια βιβλίων κάτω από την μπλε πολυκατοικία και γύρω από τα νεοκλασικά της Αραχώβης και της Καλλιδρομίου. Θησαυρός μάς φαίνονταν τότε που κατεβαίναμε από την πλατεία Προσκόπων, το στέκι του Μάνου στο Παγκράτι, που τώρα πια πήρε το όνομά του.
Σαν σκόρπια όστρακα αρχαίων αγγείων ήταν τα φυλλάδια εκείνα και τα βιβλία που μαζεύαμε από διαίσθηση από τα βιβλιοπωλεία των Εξαρχείων, από τα οποία παλεύαμε δίχως εργαλεία και εξοπλισμό, με αφέλεια κι ανοιχτό μυαλό μόνο, να ανασυνθέσουμε περίπλοκα παζλ, να φτιάξουμε κρατήρες, κύλικες, αμφορείς, ληκύθους, δίχως να ξέρουμε καν πώς μοιάζουν. Κάποιοι τα ψάξαμε επίπονα κι επίμονα τα εργαλεία της Ελευθερίας που μας έλειπαν στις πολιτείες της Δύσης και της Ανατολής. Άλλοι ακολούθησαν άλλους δρόμους, άλλα ταξίδια. Μερικοί σταθήκαμε πιο τυχεροί, άλλοι λιγότερο.
Τριάντα χρόνια αργότερα, μια ολάκερη γενιά μετά, μπουκάρει ένας άλλος Απρίλης, τούτη τη φορά με το κακόγουστα μπογιαντισμένο Πολυτεχνείο και τα κομπλεξικά, υστερικά κι απόκληρα εγγόνια του Ανδρέα στη Βουλή, μασκαρεμένα αντιεξουσιαστές στην εξουσία. Μια αλλοπρόσαλλη κομπανία με εθνικιστές ακροδεξιούς, κουκουλοφόρους μπάτσους με ρόπαλα, μολότωφ και περίστροφα. Με τις φωτογραφίες του Μαρξ, του Πούτιν και του Παΐσιου αντάμα στην καρδιά, και το χαρτζηλίκι με το μέσο του μπαμπά στην τσέπη, ένας αλλοπρόσαλλος θίασος κατσικωμένος στη ράχη τούτης της άνοιξης στη ρημαγμένη πόλη.
Δίχως ούτε νεροπίστολο στην παράγκα, ο Άσιμος πυροβολεί ακόμη απροσδόκητα τις ευαισθησίες μας, με τον ίδιο άτσαλο κι ατόφιο τρόπο. Σχεδόν όπως τότε.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
No comments:
Post a Comment