Η βαρώνη Μάργκαρετ Θάτσερ και οι
πολιτικές της επικρίθηκαν γιατί θεωρήθηκε ότι δημιουργούσαν την κοινωνία
των δύο τρίτων. Όπου τα δύο τρίτα είναι οι άνθρωποι που τολμούν,
επιζητούν κι ακολουθούν την αλλαγή. Οι πιο δυναμικοί, πιο μορφωμένοι,
πιο δημιουργικοί, οι οποίοι θα άφηναν πίσω το ένα τρίτο των πιο
αδύναμων, των πιο δυσπροσάρμοστων, των άτυχων.
Πράγματι, η ανεπάρκεια ενός διχτυού προστασίας μπορεί να οδηγήσει σε αυτό το αποτέλεσμα. Έτσι τα δύο τρίτα μπορούν να συγκροτήσουν μια ιδιοτελή ευγονική πολιτική πλειοψηφία, η οποία να εγκαταλείπει πίσω της χωρίς πολλή έγνοια το άλλο αδύναμο τρίτο. Το καθεστώς αυτό στέκει πολιτικά στη Δημοκρατία. Καθώς τα δύο τρίτα ψηφίζουν καταρχάς υπέρ των, έστω κοντόθωρων, συμφερόντων τους.
Τελικά δεν λειτούργησε έτσι. Τα δύο τρίτα κατάλαβαν πως, αν πάντα μένει πίσω και αφήνεται να χαθεί το ένα τρίτο των πιο αδύναμων, η ίδια η κοινωνία, το σύνολό της θα λιγοστεύει διαρκώς. Η διαρκής αποκοπή κι απώλεια ενός τρίτου είναι ένα μείον, μια μόνιμη αφαίρεση. Όταν εξοστρακίζονται λίγοι και χάνονται, τότε αμέσως συμπληρώνονται από άλλους που ξεμένουν από τα δύο τρίτα. Έτσι το τρίτο μένει πάντα ένα τρίτο σε ένα σύνολο που μικραίνει. Το εγκαταλειμμένο ένα τρίτο είναι μια διαρκής διαρροή ανθρώπων, δηλαδή συνολικού πλούτου. Η τρύπα της απωλείας.
Σταδιακά η κοινωνία αντέδρασε, το δίχτυ προστασίας αποκαταστάθηκε. Ο μηχανισμός αλληλοβοήθειας, με όλα του τα προβλήματα, ενισχύθηκε, καθώς τα δύο τρίτα αντιλήφθηκαν πως και η δική τους ευημερία, η δυνατότητά τους να τραβούν μπροστά, εξαρτάται από την ενσωμάτωση και στήριξη του πιο αδύναμου τρίτου.
Στη χώρα μας, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, δεν "κινδυνεύσαμε" ποτέ από αυτό το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό μοντέλο.
Ζούμε σε μια sui generis κοινωνία, την κοινωνία του ενός τρίτου. Ζούμε στο ακριβώς αντίστροφο μοντέλο απο την κοινωνία των δύο τρίτων.
Μια κοινωνία που εξουσιάζεται από τους πνευματικά πιο αδύναμους, από τους πλέον ανίκανους, τους λιγότερο δημιουργικούς. Από εκείνο το τρίτο το λιγότερο παραγωγικό και αποτελεσματικό, το οποίο, ιδιοποιούμενο δια της βίας το κράτος και τους μηχανισμούς του, κατόρθωσε να εξοστρακίσει τα παραγωγικά δύο τρίτα.
Αυτό το τρίτο απομυζά τα δύο τρίτα που έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν πλούτο, είτε απευθείας μέσω του κρατικού μηχανισμού είτε μέσω του ελέγχου των αγορών και των προσόδων που επιβάλλει δια της κρατικής βίας. Αυτό είναι κοινό στα ολιγαρχικά, ολοκληρωτικά και δικτατορικά καθεστώτα. Τα οποία για τον λόγο αυτόν αποδεικνύονται λιγότερο ανταγωνιστικά από τις Δημοκρατίες και τελικά καταρρέουν.
Το ερώτημα είναι: Πώς τούτο το γεγονός συμβαίνει σε ένα καθεστώς τύποις δημοκρατικό; Ποια είναι αυτή η παράδοξη δύναμη που ωθεί τους κατά τεκμήριο πιο παραγωγικούς, πιο συγκροτημένους, πιο δημιουργικούς ανθρώπους, που είναι και πλειοψηφία, να ψηφίζουν μόνιμα και συστηματικά ενάντια στα συμφέροντά τους; Να διαλέγουν τα κόμματα της μετριότητας και του εμφανούς τίποτε; Να σταυρώνουν τις μαριονέτες των media και τους ψευτοπροφήτες της συμφοράς;
Ίσως η απάντηση κρύβεται στην ίδια τη φθίνουσα νομοτέλεια της κοινωνίας του ενός τρίτου των μικρών, των ανίκανων και των ανίσχυρων. Κρύβεται στην απαξίωση των δημιουργικών χαρακτηριστικών των δύο τρίτων: της σοβαρότητας, της σκέψης, της καλλιέργειας, του μέτρου, της προσπάθειας, της γνώσης. Στην υποκατάστασή τους από τη συστηματική αναγνώριση κι επιβράβευση των ευκολότερων και ανέξοδων αισθημάτων: τον φθόνο, την ιδιοτέλεια, την αδιαφορία.
Το ένα τρίτο, αυτό που στον κανονικό κόσμο ζει από την καλώς νοούμενη αλληλεγγύη των δύο τρίτων, είναι πιο ανίκανο σε όλα εκτός από ένα: Αν σε μια στραβή της ιστορίας, με έναν Περόν, με έναν Poujade, έναν Παπανδρέου, καταλήξει να καταλάβει με γιούργια την εξουσία, να εγκαταστήσει τον ανεστραμμένο κόσμο, τότε κάνει την ανικανότητά του να λάμπει, την ασχετοσύνη να ακτινοβολεί, τη μετριότητα να γυαλίζει σαν χρυσός.
Το μολυσματικό πρότυπο της διεστραμμένης επιτυχίας του έναντι των δύο τρίτων, θολώνει την όραση, ζαλίζει την αντίληψη, διαστρέφει το αξιακό σύστημα.
Αυτό το πρότυπο κατανέμει τα ψηφοδέλτια, αυτό μοιράζει τους σταυρούς. Η δική του απατηλή μυθολογία σαγηνεύει και κρατά αιχμάλωτη τη Δημοκρατία, οδηγώντας την πλειοψηφία να ψηφίζει ενάντια στα ίδια της τα συμφέροντα, σε μια παράδοξη και φθίνουσα νομοτέλεια.
Γι' αυτό και η κατάσταση τούτη δεν ανατρέπεται παρά μόνο με κίνδυνο μεγάλο, σε σημείο οριακό, όταν η λάμψη των ανικάνων ξεθωριάσει, όταν ο ίδιος ο μηχανισμός αναπαραγωγής τους αρχίσει να ρετάρει.
Όταν οι αυτοκτονίες πληθαίνουν, οι συμφορές πυκνώνουν, σήμα ότι τα δυο τρίτα διαπιστώνουν σταδιακά ότι, όσο κι αν προσπαθήσουν, ο ξεφτισμένος στόχος πάντα θα απομακρύνεται. Ότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να μοιάσουν στα πρότυπά τους, γιατί κάτι τέτοιο θάταν η συλλογική τους αυτοκτονία.
Σκληρό μάθημα, πως η ζωή τους όλη, εν τέλει, έχει αναλωθεί στον θαυμασμό των ηλιθίων.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
εικόνα: naif, Ana BERSEE, Argentyna Obrazek
Πράγματι, η ανεπάρκεια ενός διχτυού προστασίας μπορεί να οδηγήσει σε αυτό το αποτέλεσμα. Έτσι τα δύο τρίτα μπορούν να συγκροτήσουν μια ιδιοτελή ευγονική πολιτική πλειοψηφία, η οποία να εγκαταλείπει πίσω της χωρίς πολλή έγνοια το άλλο αδύναμο τρίτο. Το καθεστώς αυτό στέκει πολιτικά στη Δημοκρατία. Καθώς τα δύο τρίτα ψηφίζουν καταρχάς υπέρ των, έστω κοντόθωρων, συμφερόντων τους.
Τελικά δεν λειτούργησε έτσι. Τα δύο τρίτα κατάλαβαν πως, αν πάντα μένει πίσω και αφήνεται να χαθεί το ένα τρίτο των πιο αδύναμων, η ίδια η κοινωνία, το σύνολό της θα λιγοστεύει διαρκώς. Η διαρκής αποκοπή κι απώλεια ενός τρίτου είναι ένα μείον, μια μόνιμη αφαίρεση. Όταν εξοστρακίζονται λίγοι και χάνονται, τότε αμέσως συμπληρώνονται από άλλους που ξεμένουν από τα δύο τρίτα. Έτσι το τρίτο μένει πάντα ένα τρίτο σε ένα σύνολο που μικραίνει. Το εγκαταλειμμένο ένα τρίτο είναι μια διαρκής διαρροή ανθρώπων, δηλαδή συνολικού πλούτου. Η τρύπα της απωλείας.
Σταδιακά η κοινωνία αντέδρασε, το δίχτυ προστασίας αποκαταστάθηκε. Ο μηχανισμός αλληλοβοήθειας, με όλα του τα προβλήματα, ενισχύθηκε, καθώς τα δύο τρίτα αντιλήφθηκαν πως και η δική τους ευημερία, η δυνατότητά τους να τραβούν μπροστά, εξαρτάται από την ενσωμάτωση και στήριξη του πιο αδύναμου τρίτου.
Στη χώρα μας, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, δεν "κινδυνεύσαμε" ποτέ από αυτό το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό μοντέλο.
Ζούμε σε μια sui generis κοινωνία, την κοινωνία του ενός τρίτου. Ζούμε στο ακριβώς αντίστροφο μοντέλο απο την κοινωνία των δύο τρίτων.
Μια κοινωνία που εξουσιάζεται από τους πνευματικά πιο αδύναμους, από τους πλέον ανίκανους, τους λιγότερο δημιουργικούς. Από εκείνο το τρίτο το λιγότερο παραγωγικό και αποτελεσματικό, το οποίο, ιδιοποιούμενο δια της βίας το κράτος και τους μηχανισμούς του, κατόρθωσε να εξοστρακίσει τα παραγωγικά δύο τρίτα.
Αυτό το τρίτο απομυζά τα δύο τρίτα που έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν πλούτο, είτε απευθείας μέσω του κρατικού μηχανισμού είτε μέσω του ελέγχου των αγορών και των προσόδων που επιβάλλει δια της κρατικής βίας. Αυτό είναι κοινό στα ολιγαρχικά, ολοκληρωτικά και δικτατορικά καθεστώτα. Τα οποία για τον λόγο αυτόν αποδεικνύονται λιγότερο ανταγωνιστικά από τις Δημοκρατίες και τελικά καταρρέουν.
Το ερώτημα είναι: Πώς τούτο το γεγονός συμβαίνει σε ένα καθεστώς τύποις δημοκρατικό; Ποια είναι αυτή η παράδοξη δύναμη που ωθεί τους κατά τεκμήριο πιο παραγωγικούς, πιο συγκροτημένους, πιο δημιουργικούς ανθρώπους, που είναι και πλειοψηφία, να ψηφίζουν μόνιμα και συστηματικά ενάντια στα συμφέροντά τους; Να διαλέγουν τα κόμματα της μετριότητας και του εμφανούς τίποτε; Να σταυρώνουν τις μαριονέτες των media και τους ψευτοπροφήτες της συμφοράς;
Ίσως η απάντηση κρύβεται στην ίδια τη φθίνουσα νομοτέλεια της κοινωνίας του ενός τρίτου των μικρών, των ανίκανων και των ανίσχυρων. Κρύβεται στην απαξίωση των δημιουργικών χαρακτηριστικών των δύο τρίτων: της σοβαρότητας, της σκέψης, της καλλιέργειας, του μέτρου, της προσπάθειας, της γνώσης. Στην υποκατάστασή τους από τη συστηματική αναγνώριση κι επιβράβευση των ευκολότερων και ανέξοδων αισθημάτων: τον φθόνο, την ιδιοτέλεια, την αδιαφορία.
Το ένα τρίτο, αυτό που στον κανονικό κόσμο ζει από την καλώς νοούμενη αλληλεγγύη των δύο τρίτων, είναι πιο ανίκανο σε όλα εκτός από ένα: Αν σε μια στραβή της ιστορίας, με έναν Περόν, με έναν Poujade, έναν Παπανδρέου, καταλήξει να καταλάβει με γιούργια την εξουσία, να εγκαταστήσει τον ανεστραμμένο κόσμο, τότε κάνει την ανικανότητά του να λάμπει, την ασχετοσύνη να ακτινοβολεί, τη μετριότητα να γυαλίζει σαν χρυσός.
Το μολυσματικό πρότυπο της διεστραμμένης επιτυχίας του έναντι των δύο τρίτων, θολώνει την όραση, ζαλίζει την αντίληψη, διαστρέφει το αξιακό σύστημα.
Αυτό το πρότυπο κατανέμει τα ψηφοδέλτια, αυτό μοιράζει τους σταυρούς. Η δική του απατηλή μυθολογία σαγηνεύει και κρατά αιχμάλωτη τη Δημοκρατία, οδηγώντας την πλειοψηφία να ψηφίζει ενάντια στα ίδια της τα συμφέροντα, σε μια παράδοξη και φθίνουσα νομοτέλεια.
Γι' αυτό και η κατάσταση τούτη δεν ανατρέπεται παρά μόνο με κίνδυνο μεγάλο, σε σημείο οριακό, όταν η λάμψη των ανικάνων ξεθωριάσει, όταν ο ίδιος ο μηχανισμός αναπαραγωγής τους αρχίσει να ρετάρει.
Όταν οι αυτοκτονίες πληθαίνουν, οι συμφορές πυκνώνουν, σήμα ότι τα δυο τρίτα διαπιστώνουν σταδιακά ότι, όσο κι αν προσπαθήσουν, ο ξεφτισμένος στόχος πάντα θα απομακρύνεται. Ότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να μοιάσουν στα πρότυπά τους, γιατί κάτι τέτοιο θάταν η συλλογική τους αυτοκτονία.
Σκληρό μάθημα, πως η ζωή τους όλη, εν τέλει, έχει αναλωθεί στον θαυμασμό των ηλιθίων.
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος
εικόνα: naif, Ana BERSEE, Argentyna Obrazek
No comments:
Post a Comment